Υπάρχουν δίσκοι που με το πρώτο άκουσμα φωνάζουν (όχι δυνατά και επίμονα) αγέρωχα και με κιμπαριά ότι η μουσική τους είναι εκεί και σε περιμένει.
Τις περισσότερες φορές δυστυχώς το συναίσθημα μένει στο opening track. Στην περίπτωση αυτή παρηγοριέσαι και λες "δεν πειράζει. Ας είναι"
Όταν όμως το κάθε κομμάτι ξεπηδάει με ξεχωριστή ζωντάνια και διαφορετικότητα, με άλλο ύφος, ένταση και ατμόσφαιρα, μπαίνεις σε μιά διαδικασία στοιχήματος με τον εαυτό σου "θα είναι έτσι και το επόμενο? Όχι, δεν μπορεί, ΚΑΠΟΥ θα ξεφουσκώσει"
Και όταν ο δίσκος τελειώνει, τότε συνειδητοποιείς ότι πέρασε σχεδόν μιά από τις πιό παραγωγικές, από άποψης ακρόασης ώρες σου.
Μεγάλες στιγμές, ηρεμίας, αυτοσυγκράτησης, δημιουργικής σύνθεσης.
Οι μουσικοί λιτοί, stick to the point, το πιάνο μπροστά και συγχρόνως στη βάση, στα θεμέλια, αλλά και στο υπόβαθρο.
Σπάνια έχω ακούσει πιανίστα να αλλάζει τόσο ευρηματικά μέσα στο ίδιο κομμάτι στο αυτοσχεδιαστικό του μέρος, τις μείζονες κλίμακες σε κομμάτια που είναι μινόρε, μαζί με τις κλίμακες ανατολικού ύφους με τα τριημιτόνια να σου κλείνουν πονηρά το μάτι.
Η ηχογράφηση θυμίζει τις κρύες εποχές του 1974 του Eicher, αν και η ίδια η μουσική λιώνει τον πάγο. Ένας δίσκος που σου αποκαλύπτει τρόπους γιά το πόσο διαφορετικά μπορεί να ηχογραφηθεί ένα τρίο, ή πόσες χροιές μπορεί να έχει ένα απλό σετ τύμπανα.
Κρίμα που δεν τον ανακάλυψα νωρίτερα.
Ευτυχώς που τον ανακάλυψα έστω και τώρα.