Ποίηση....γιατί όχι;

Marilyn

Senior Member
8 September 2010
474
Ο έρωτας είναι σπουδαία πηγή έμπνευσης.
Ο ανεκπλήρωτος έρωτας, σπουδαιότερη... απλά υπέροχο!

Love Sonnet XVII by Pablo Neruda
I do not love you as if you were a salt rose, or topaz
or the arrow of carnations the fire shoots off.
I love you as certain dark things are to be loved,
in secret, between the shadow and the soul.

I love you as the plant that never blooms
but carries in itself the light of hidden flowers;
thanks to your love a certain solid fragrance,
risen from the earth, lives darkly in my body.

I love you without knowing how, or when, or from where.
I love you straightforwardly, without complexities or pride;
So I love you because I know no other way

than this: where I does not exist, nor you,
so close that your hand on my chest is my hand,
so close that your eyes close as I fall asleep.
 
17 June 2006
62,722
Χολαργός
Από τίς ''Γειτονιές τού Κόσμου''
Γιάννης Ρίτσος..
Γιά τον Δεκέμβρη τού 44.
............................................................................................................
Τι θέλεις, Τζον, εδώ πέρα; Γύρισε στην πατρίδα σου.

Η πατρίδα σου είναι μεγάλη, Τζον - είναι όμορφη η πατρίδα σου -

Είναι κείνα τα φώτα στην ομίχλη - και σε περιμένει, Τζον, η μάνα σου

Και σεργιανάει ο Βασιλέας Ληρ μες στην ομίχλη

Ο Βασιλέας Ληρ γδυμένος το βασιλικό του μεγαλείο και στο στέμμα του

Μ' ένα κλαδάκι μοναχά αγριελιάς στα άσπρα μαλλιά του, ο Ληρ μες στην

Ομίχλη του Λονδίνου

Ο Ληρ - όχι πια βασιλιάς - μα κάτι πιότερο, Τζον, ο Ληρ άνθρωπος

Ο Ληρ μες στην ομίχλη του Λονδίνου γυρεύοντας την Κορδέλλια

Ο Ληρ, Τζον, με τα βρώμικα γένεια του, τυφλός

Ψάχνοντας με τα δάχτυλά του δίχως δαχτυλίδια

Ψάχνοντας τον αγέρα και την καρδιά μας να πιάσει το χέρι της αγάπης


Τυφλός ο Ληρ πλέοντας όλος μες στο θάμπος της αγάπης

Και κείνα τα φώτα στην ομίχλη φκιάχνοντας ένα φωτοστέφανο

Γύρω στ' αχτένιστα μαλλιά του Ληρ - Κι εμείς αγαπάμε, Τζον, το Ληρ

Κι ο Βεάκης έπαιξε το Ληρ στα θέατρά μας, Τζον,

Ο Βεάκης, Τζον, που με το φωτοστέφανο του Ληρ

Κάθεται αυτή την ώρα, Τζον, πίσω απ' τ' οδόφραγμα της Κυψέλης

Αυτήν την ώρα, Τζον, που ανηφοράει το τανκ σου στην Κυψέλη -

Και μεις, Τζον,

Πολύ αγαπάμε την Κορδέλλια, θαρρώ την αδελφούλα σου

Τη λένε Κορδέλλια. Κι η Κορδέλλια σε περιμένει, Τζον,

Να συνεχίσετε το διάβασμα των στίχων του Βύρωνα.

Νάτος ο Λόχος, Τζον, του Λόρδου Βύρωνα

Ο Λόχος, Τζον, των φοιτητών μπροστά στο τανκ σου, Τζον. Δε βλέπεις;

(...)

(...)

Ξημερώνει. Τα τζάμια είναι ρόδινα. Κι η πολιτεία είναι ρόδινη.

Και τα τανκς του Τζον είναι μαύρα. Και μόνο

Οι νεκροί έχουν μείνει στους δρόμους της ρόδινης πολιτείας. Και μόνο

Το άγαλμα του Βύρωνα πίσω απ' το Ζάππειο,

Εκεί που στρίβουν οι ράγιες του τραμ για το Παγκράτι,

Καταμόναχο το άγαλμα του Βύρωνα πάνου απ' τους σκοτωμένους

Κοιτάει κατάματα τον Τζον

Κοιτάει τα μαύρα τανκς των πατριωτών του μέσα στη ρόδινη πολιτεία

Κι απαγγέλλει στο ρόδινο πρωινό την κατάρα του.

Μα ο Τζον δεν ακούει. Μόλις ξύπνησε.

Ερριξε μπόλικο νερό στο πρόσωπό του.

Σαπούνισε καλά τα χέρια του. Δε βλέπει τίποτα πάνου στα χέρια του.

Κατεβαίνει τις σκάλες της «Μεγάλης Βρεττάνιας»

Σφυρίζοντας χαρούμενα το Τιπερέρι.

Κι ο Βύρωνας ολομόναχος απαγγέλλει πάνου από τους σκοτωμένους

Κοιτώντας τα μαύρα τανκς των πατριωτών του

Μέσα στη ρόδινη, την έρημη, την καταπληγωμένη Αθήνα.
 
Last edited:
17 June 2006
62,722
Χολαργός
Μαγιακόφσκι

Ὡραῖος ἀπ᾿ τὴ θύελλα τῆς βιομηχανίας
ἀεροπόρος τῶν ἡλιόλουστων ἡμερῶν
μεγάλο δάκρυ
ποὺ κατεβαίνει ὡς τὰ χείλη
γιὰ νὰ καίει τὶς ἀθάνατες Μαρίες
ὁ Βλαντιμίρ.
Ἴσως ἔπρεπε πρὶν ἀπ᾿ τὴν ἔνδοξη ταφὴ
νὰ φωτίζεται μὲ προβολεῖς ὁ νεκρός του.
Ἴσως ἀξίζει νὰ τὸν βλέπουμε σὰν καταρράκτη
ἀνάμεσα στὴν ὁρμὴ τ᾿ οὐρανοῦ καὶ στὰ δάση.
Ἴσως ἔπρεπε νὰ διευθύνει κοσμοδρόμια.
Πάντως
μ᾿ ἀρέσει ποὺ ἐπίασε τὴν παλιὰ Ρωσία ἀπ᾿ τὰ μαλλιὰ
καὶ τὴν ἔστειλε στὸ διάβολο
θρυμματίζοντας μία κιθάρα στὸ κεφάλι της.
Μ᾿ ἀρέσει ποὺ δὲν θὰ πεθάνει ποτὲ
γιατί δὲν ξεχώρισε τὴ συμφορὰ καὶ τὴν ποίηση.
Μ᾿ ἀρέσει γιατὶ στάθηκε στὸ ὕψος του
ὁ Βλαντιμίρ.
Αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔδινε στὸν Κουτούζωφ
τὴ μυστηριώδη δύναμη.
Αὐτὸς εἶναι ποὺ σκύλιαζε πραγματικὰ
γιὰ τὸ μέλλον. Αὐτὸς
ἔλαμπε στὴν κατάλευκη ὁρμὴ τοῦ Οὐλιάνωφ.
Ἀπ᾿ τὴν ἄγνωστη χαραυγή μας, ἀπ᾿ τὰ σπήλαια,
ἔτσι δείχνουν τὰ πράγματα.
Ἡ ζωὴ θὰ πρέπει νὰ προσχωρήσει μαζί του
ὁλάκερη καθὼς τὴ χάρισε στὴν καρδιὰ τῶν δικαίων.
Ἡ ζωὴ θὰ χρειαστεῖ καὶ πάλι τοὺς χαρταετούς.
Ἀπ᾿ τὸ βαρύ του φέρετρο πετάγονταν
πυροτεχνήματα ψηλὰ στὴ νύχτα
κι ἀπ᾿ τὴ βαθειὰ εἰρήνη τῆς σιωπῆς του
ἔβγαινε ὁ καπνὸς τῆς μέσα μάχης. Ἂς εἶναι λοιπόν…
Ἂς εἶναι κι ὁ Βλαντιμὶρ ἕνα σύμβολο
ἀνοιχτὸ στὴν εὐτυχία.
Δὲν ξέρω, βέβαια, τί εἶναι εὐτυχία.
Γνωρίζω ὅμως τὸν ἀγώνα γιὰ δαύτη.
Δὲν ξέρω τί κρύβει ὁ ἔρωτας.
Γνωρίζω μονάχα
πὼς εἶναι οἱ ἑξήντα τέσσερες ἄνεμοι.
Γνωρίζω πὼς εἶναι ὅλες οἱ ἀνατολὲς τοῦ ἥλιου –
τέτοια τύχη
τέτοια τύχη!

Νίκος Καρούζος.
 

Marilyn

Senior Member
8 September 2010
474
Το μουγκό παιδί - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (μτφρ.: Τάκης Βαρβιτσιώτης)

Το παιδί ζητάει τη φωνή του.
(Την έχει ο βασιλιάς των γρύλων.)
Σε μια σταγόνα του νερού
το παιδί ζητάει τη φωνή του.

Δεν τη θέλω για να κουβεντιάσω
Δαχτυλιδάκι θα την κάνω
που η σιωπή μου θα το βάλει
στο πιο μικρό της δάχτυλο.

Σε μια σταγόνα του νερού
Το παιδί ζητάει τη φωνή του

(Μακρυά η φωνή φυλακισμένη
το ρούχο φόρεσε ενός γρύλου.)
 

Marilyn

Senior Member
8 September 2010
474
Απροσάρμοστοι - Γιάννης Ρίτσος

Τέτοια ζωή μας μέλλονταν, να γράφουμεν επιστολές
που να μη στέλνουμε από μιαν αξήγητη δειλία
μονάχα να τις δένουμε σε κορδελίτσες παρδαλές
και να το βρίσκουμε και τούτο ασήμαντη ασχολία.
Να πάλλεται βαθιά η καρδιά, που άξια είτανε για τα καλά,
κι όμως να ζούμε πάντοτε στη σκοτισμένη αφάνεια·
οι ταπεινοί πατώντας μας να δείχνουν μέτωπο ψηλά
και τα δικά μας άπρεπα να φέρουνε στεφάνια.
Το πρόσωπο μας να φορεί φρίκης γκριμάτσα τραγική,
φιλάρεσκα ν' αφήνουμε να λεν πως μας πηγαίνει
να βλέπουμε να φεύγει η ζωή μακριά μας ξένη, βιαστική
και να περνάμε, αθόρυβα μισώντας, μισημένοι.
Το κάθε τι, και πιο πολύ τ' όνειρο, να μας τυραγνά
τα βλέμματα των διαβατών στα μάτια μας λεκέδες.
Περήφανοι να δείχνουμε κι όμως τα χέρια μας τ' αγνά
να κράτησαν και να κρατούν ακόμα μενεξέδες.
Να λαχταρούμε σαν παιδάκια ευαίσθητα κι ασθενικά
-δικαίωση και παρηγοριά της ζωής μας την αγάπη
κι αν κάποτε τη βρήκαμε να μας προσμένει μυστικά
όμως το χέρι ν' απλωθεί ζητώντας την εντράπη.
Τα μέτρια ν' αποφεύγουμε μ' αδιάλλαχτην αποστροφή,
αμετανόητοι κυνηγοί του Ωραίου και του Απολύτου
νάναι μας έπαθλο η πληγή, τι μάταιο γνώση μας σοφή
η χρυσή σμίλη δημιουργού, κασμάς του καταλύτου.
Να ξεκινάμε τις αυγές και πάνω μας μαύροι οιωνοί
οι αμφιβολίες να μας κρατούν στην ίδια πάλι θέση
κ' εμείς μ' αηδία να φτύνουμε τον εαυτό μας που θρηνεί
και να φοράμε κόκκινο της ανταρσίας το φέσι.
Τότε να ονειρευόμαστε μιαν αλλαγή κ' ευθύς ξανά
να σκύβουμε, σκλάβοι χλωμοί, σε ιερή λατρεία του πόνου,
τις ήττες ν' ανεμίζουμε φλάμπουρα νίκης φωτεινά
κι αξιοπρεπώς να παίρνουμε το λάχτισμα και του όνου.
Καχύποπτοι και μίζεροι μέσα στα φρούρια της σιωπής
να κλειδωνόμαστε άβουλοι, να κάνουμ' έτσι χάζι
τον κόσμον εξετάζοντας πίσω απ' τον κύκλο μιας οπής
και, θαρραλέοι, σκιά μικρού πουλιού να μας τρομάζει.
Δειλοί και στην αγάπη μας μα και στο μίσος πιο δειλοί
κι ανίσχυροι κι ασάλευτοι να ζούμε ανάμεσα τους,
να μας πληγώνουν και τα δυο και να μετράμε σιωπηλοί
στα παγωμένα δάχτυλα τους ίδιους μας θανάτους.
Εχθρούς να υποψιαζόμαστε παντού κ' οι ολόφωτοι ουρανοί
να ισκιώνονται απ' τον ίσκιο μας και, φεύγοντας κινδύνους,
να ζούμε μόνοι πλέκοντας για τους εχθρούς δημίου σκοινί
και να κρεμάμε εμείς εμάς αθώους αντί για κείνους
 
17 June 2006
62,722
Χολαργός
Τάσος Λειβαδίτης: Μάχη στην άκρη της νύχτας (1952)


Πως θα ξαναπιστέψουμε στον κόσμο
τι ώρα νά' ναι.

ένα καμιόνι με κουραμάνες
η μια δίπλα στην άλλη
δε θα κρυώνουν
δώσ' μου το χέρι σου.

ας το μαρτυρήσει όποιος σωθεί
ο κόσμος απόψε ήτανε λάσπη
δώσ' μου το χέρι σου.

πικρή νύχτα
σαν την αδικία πικρή.

ο ουρανός απόψε είναι τυφλός.

πικρή νύχτα
σαν την ταπείνωση πικρή.

Ένας άνθρωπος καίγεται
ένας άνθρωπος φωτίζει τη νύχτα

η ώρα η πιο βαθιά της νύχτας
που ξαναγινόμαστε άνθρωποι.

Για να ζήσουμε
πρέπει ν' αρνηθούμε
πως είναι νύχτα
ν' αρνηθούμε
πως θα ξημερώσει

Κάποιος δείχνει με το δεκανίκι
αλλά δείχνει μακριά.

Άγιο μίσος
δώσ' μου το χέρι σου.

Όταν δε θέλεις να πεθάνεις
ξέρετε τι θα πει
ζωή.

Μας κοίμιζε άλλοτε η μάνα μας
μ' ένα τραγούδι σιγανό
τι κάνατε το τραγούδι αυτό;

Ο κόσμος είναι για την ευτυχία.
σαν μια παλάμη που πότε ζητιανεύει
και πότε σφίγγει σε γροθιά.
 

Elina

Senior Member
13 January 2009
556
Γέρακας
Το Σύνταγμα της Hδονής
Mη ομιλείτε περί ενοχής, μη ομιλείτε περί ευθύνης. Όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας· όταν ριγούν και τρέμουν αι αισθήσεις, άφρων και ασεβής είναι όστις μένει μακράν, όστις δεν ορμά εις την καλήν εκστρατείαν, την βαίνουσαν επί την κατάκτησιν των απολαύσεων και των παθών.

Όλοι οι νόμοι της ηθικής - κακώς νοημένοι, κακώς εφαρμοζόμενοι - είναι μηδέν και δεν ημπορούν να σταθούν ουδέ στιγμήν, όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας.

Mη αφήσης καμίαν σκιεράν αρετήν να σε βαστάξη. Mη πιστεύης ότι καμία υποχρέωσις σε δένει. Tο χρέος σου είναι να ενδίδης, να ενδίδης πάντοτε εις τας Eπιθυμίας, που είναι τα τελειότατα πλάσματα των τελείων θεών. Tο χρέος σου είναι να καταταχθής πιστός στρατιώτης, με απλότητα καρδίας, όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας.

Mη κλείεσαι εν τω οίκω σου και πλανάσαι με θεωρίας δικαιοσύνης, με τας περί αμοιβής προλήψεις της κακώς καμωμένης κοινωνίας. Mη λέγης, Tόσον αξίζει ο κόπος μου και τόσον οφείλω να απολαύσω. Όπως η ζωή είναι κληρονομία και δεν έκαμες τίποτε δια να την κερδίσης ως αμοιβήν, ούτω κληρονομία πρέπει να είναι και η Hδονή. Mη κλείεσαι εν τω οίκω σου· αλλά κράτει τα παράθυρα ανοικτά, ολοάνοικτα, δια να ακούσης τους πρώτους ήχους της διαβάσεως των στρατιωτών, όταν φθάνη το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας.

Mη απατηθής από τους βλασφήμους όσοι σε λέγουν ότι η υπηρεσία είναι επικίνδυνος και επίπονος. H υπηρεσία της ηδονής είναι χαρά διαρκής. Σε εξαντλεί, αλλά σε εξαντλεί με θεσπεσίας μέθας. Kαι επί τέλους όταν πέσης εις τον δρόμον, και τότε είναι η τύχη σου ζηλευτή. Όταν περάση η κηδεία σου, αι Mορφαί τας οποίας έπλασαν αι επιθυμίαι σου θα ρίψουν λείρια και ρόδα λευκά επί του φερέτρου σου, θα σε σηκώσουν εις τους ώμους των έφηβοι Θεοί του Oλύμπου, και θα σε θάψουν εις το Kοιμητήριον του Iδεώδους όπου ασπρίζουν τα μαυσωλεία της ποιήσεως.

Κ.Π. Καβάφης
 

Marilyn

Senior Member
8 September 2010
474
Ράινερ Μαρία Ρίλκε
Η αρχή και το τέλος της Πρώτης Ελεγείας, από τις Ελεγείες του Ντουίνο,μτφρ. Δ. Γκότση, Εκδόσεις Γέφυρες.

Ποιος, εάν κραύγαζα, θα μ' άκουγε λοιπόν απ' των Αγγέλων
τα Τάγματα; Και μόνο να υπέθετα πως ένας τους
μ' έπαιρνε ξάφνου πάνω στην καρδιά του, θα χανόμουν
απ' τη δυνατότερή του Ύπαρξη. Γιατί το Ωραίο δεν είναι τίποτε άλλο,
παρά η μόλις που αντέχουμε Αρχή του Τρομερού
και το θαυμάζουμε τόσο, γιατί αυτό, ανέμελο, μήτε που νοιάζεται
να μας συντρίψει. Ο κάθε Άγγελος είναι τρομερός.
Έτσι συγκρατιέμαι και με σκοτεινό λυγμό καταπίνω
του καλέσματός μου τη φωνή. Αχ και σε ποιον μπορούμε πια
να προσφύγουμε; Μήτε στους Αγγέλους, μήτε στους ανθρώπους
και τα εφευρετικά ζώα κιόλας το προσέχουν
πως δεν είμαστε και τόσο ασφαλισμένοι στο σπίτι μας,
στον αντιληπτό αυτόν κόσμο. Ίσως μας απομένει
ένα κάποιο δέντρο στην πλαγιά, έτσι που να το βλέπαμε ξανά
την κάθε μέρα. Μας απομένει ο δρόμος του χτες
και η αλλοιωμένη πίστη μας σε μια συνήθεια,
που της άρεσε κοντά μας κι έμεινε και πια δεν φεύγει.

..................................................

Είναι τάχα μάταιος ο θρύλος, πως κάποτε με τον Θρήνο για τον Λίνο,
τόλμησε η πρώτη Μουσική την ξεραμένη ακαμψία να διαπεράσει;
Πως μέσα στον τρομαγμένο Χώρο, που ξάφνου τον εγκατέλειπε
για πάντα
εκείνος ο σχεδόν θεϊκός έφηβος, το Κενό για πρώτη του φορά
πήρε τη δόνηση εκείνη,
που εμάς τώρα συνεπαίρνει και παρηγορεί και βοηθά;
 
17 June 2006
62,722
Χολαργός
Ὁ Δοῦλος

Ὁ Δοῦλος ποὺ δραπέτευσε
ἔλεγε προσευχὲς στοὺς φιλήσυχους πολίτες
γονατίζοντας σὲ λιγδωμένα προσκέφαλα.
Ἐγὼ δὲν ἤλπιζα πὼς μπορεῖ νὰ σωθεῖ.
Οἱ χωροφύλακες ἔχουν γερὴ ὅραση -
δὲ διαλύονται μὲ αὐταπάτες καὶ ψυχοσάββατα.
Τώρα αὐτὸς ποὺ ἐπέμενε νὰ ρωτάει
φαίνεται θἆταν ἀποφασισμένος γιὰ θάνατο
ἢ θἆταν κατάσκοπος ποὺ δὲ φοβᾶται.
Ἐγὼ πάντως
ἐξακολουθῶ νὰ βλέπω τὸν ἐπερχόμενο
μεσαίωνα
μὲ φάλαγγες πιστῶν
μὲ ἀργυρᾶ δισκοπότηρα ἀφρίζοντα αἷμα
μὲ σημαιοστολισμοὺς καὶ παρελάσεις
μὲ ραβδούχους καλοθρεμμένους καλόγερους
εἰκόνες ἀπὸ παλιὲς ἐκστρατεῖες
καὶ τυφεκισμοὺς
ἥρωες μὲ αὐστηρὰ βλέμματα
Ἁμὲς δὲ γ᾿ ἐσόμεθα
πληρωμένη ἐκπαίδευση
θεὸς ἀγέρας τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως
κλειδωμένα στὴν ἐποχὴ σὲ χάλκινα θησαυροφυλάκια.
Ἂν ἄξαφνα σᾶς γεννηθεῖ τὸ ἐρώτημα
πὼς τὰ κατάφερε αὐτὸς ὁ θνητὸς
μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ βαρύγδουπο διαπασῶν τῶν ὕμνων
νὰ δραπετεύσει μὲ ἀληθινὸ λαμπερὸν ἥλιο
μὲ ἀληθινὲς ἐξαρτήσεις τοῦ βίου -
ἂν δὲ μπορεῖτε νὰ καταλάβετε
τί τὸν ὁδήγησε σ᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο διάβημα
ποὺ βρῆκε τὴν ἔξοδο ἀφοῦ γύρω ἦταν μπετὸν
ἀφοῦ γύρω τραγουδοῦσε ἡ φοιτήτρια
ἕνα τραγούδι ἱστορικὸ παλιῶν ἡρώων
τότε
δὲ θά ῾χετε δεῖ κάτι κρυφὲς μικρὲς πόρτες
ὅμως ὁλοφάνερες στὰ μάτια τῶν εἰδικῶν
δὲν θἄχετε δεῖ τὸ ραγισμένο τοῖχο
ὅπου βλασταίνουν κάτι φυτὰ
πάνω σ᾿ ἀσβέστη κίτρινο ἀπ᾿ τὴν πολυκαιρία.
Τὸ ζήτημα πιὰ ἔχει τεθεῖ:
Ἢ θὰ ἐξακολουθοῦμε νὰ γονατίζουμε
ὅπως αὐτὸς ὁ δραπέτης
ἢ θὰ σηκώσουμε ἄλλον πύργο ἀτίθασο
ἀπέναντί τους.


Μιχάλης Κατσαρός............................


Μπάς και ξυπνήσουν όσοι ασχολούνται μέ μονισμούς και αποκομένες ,απ τήν κοινωνία προσωπικές προβολές ,υποτιμώντας τόν αγώνα τών άλλων.

Αλλοιώς νά πάψουν νά μιλούν γιά ''προοδευτικότητα'' και ''εναλλακτικές''καταστάσεις..
 

Marilyn

Senior Member
8 September 2010
474
Ο Γκρεμιστής - Κωστής Παλαμάς (1928)

Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί είμ' εγώ κι ο κτίστης,
ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης.
Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι.
Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι.
Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,
πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας.
εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης•
του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης
και με το καριοφίλι μου και με τ' απελατίκι
την πολιτεία την κάνω ερμιά, γη χέρσα το χωράφι.
Κάλλιο φυτρώστε, αγκριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκώστε, πόταμοι και κάλλιο ανοίχτε τάφοι,
και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε αίμα,
παρά σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέμα.
Των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τ' αγρίμια
ξανάρχεται. Καλώς να ρθει. Γκρεμίζω την ασκήμια.
Είμ' ένα ανήμπορο παιδί που σκλαβωμένο το 'χει
το δείλιασμα κι όλο ρωτά και μήτε ναι μήτε όχι
δεν του αποκρίνεται κανείς, και πάει κι όλο προσμένει
το λόγο που δεν έρχεται, και μια ντροπή το δένει.
Μα το τσεκούρι μοναχά στο χέρι σαν κρατήσω,
και το τσεκούρι μου ψυχή μ' ένα θυμό περίσσο.
Τάχα ποιος μάγος, ποιο στοιχειό του δούλεψε τ' ατσάλι
και νιώθω φλόγα την καρδιά και βράχο το κεφάλι,
και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές ν' ανοίξω,
και μ' ένα Ναι να τιναχτώ, μ' ένα Όχι να βροντήξω;
Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας όποιοι είστε
γκρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: Γκρεμίστε!
 
17 June 2006
62,722
Χολαργός
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
ΤΑ ΠΑΘΗ

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΤΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΜΕ ΤΙΣ ΤΣΟΥΚΝΙΔΕΣ

ΜΙΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΗΛΙΑΓΕΣ μέρες εκείνου του χειμώνα, ένα πρωί Σαββάτου, σωρός αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες εζώσανε το μικρό συνοικισμό του Λευτέρη, με τα τρύπια τενεκεδένια παράθυρα και τ’ αυλάκια των οχετών στο δρόμο. Και φωνές άγριες βγάνοντας, εκατεβήκανε άνθρωποι με χυμένη την όψη στο μολύβι και τα μαλλιά ολόισα ίδιο άχερο,
προστάζοντας να συναχτούν οι άντρες όλοι στο οικόπεδο με τις τσουκνίδες.
Και ήταν αρματωμένοι από πάνου ως κάτου, με τις μπούκες χαμηλά στραμμένες κατά το μπουλούκι. Και μεγάλος φόβος έπιανε τα παιδιά, επειδή τύχαινε, σχεδόν όλα,να κατέχουνε κάποιο μυστικό στην τσέπη ή στην ψυχή τους.
Αλλά τρόπος άλλος δεν ήτανε, και χρέος την ανάγκη κάνοντας, λάβανε θέση στη γραμμή, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην όψη, το άχερο στα μαλλιά και τα κοντά μαύρα ποδήματα, ξετυλίξανε γύρω τους το συρματόπλεγμα.
Και κόψανε στα δύο τα σύγνεφα, όσο που το χιονόνερο άρχισε να πέφτει, και τα σαγόνια με κόπο κρατούσανε τα δόντια στη θέση τους, μήπως τους φύγουν ή σπάσουνε.
Τότε, από τ’ άλλο μέρος φάνηκε αργά βαδίζοντας να ‛ρχεται Αυτός με το Σβησμένο Πρόσωπο, που σήκωνε το δάχτυλο κι οι ώρες ανατρίχιαζαν στο μεγάλο ρολόι των αγγέλων. Και σε όποιον λάχαινε να σταθεί μπροστά, ευθύς οι άλλοι τον αρπάζανε από τα μαλλιά και τον εσούρνανε χάμου πατώντας τον.
Ώσπου έφτασε κάποτε η στιγμή να σταθεί και μπροστά στο Λευτέρη.
Αλλά κείνος δε σάλεψε. Σήκωσε μόνο αργά τα μάτια του και τα πήγε μεμιάς τόσο μακριά – μακριάμέσα στο μέλλον του – που ο άλλος ένιωσε το σκούντημα κι έγειρε πίσω με κίντυνο να πέσει.
Και σκυλιάζοντας, έκανε ν’ ανασηκώσει το μαύρο του πανί, να τον φτύσει κατάμουτρα.
Μα πάλι ο Λευτέρης δε σάλεψε.
Πάνω σε κείνη τη στιγμή, ο Μεγάλος Ξένος, αυτός που ακολουθούσε με τα τρία σειρήτια στο γιακά, στηρίζοντας στη μέση τα χέρια του, κάγχασε: ορίστε, είπε, ορίστε οι άνθρωποι που θέλουνε, λέει, ν’ αλλάξουνε την πορεία του κόσμου.
Και μη γνωρίζοντας ότι έλεγε την αλήθεια ο δυστυχής, καταπρόσωπο τρεις φορές του κατάφερε το μαστίγιο. Αλλά τρίτη φορά ο Λευτέρης δε σάλεψε.
Τότε, τυφλός από τη λίγη πέραση πού ‛χε η δύναμη στα χέρια του, ο άλλος, μη γνωρίζοντας τι πράττει, τράβηξε το περίστροφο και του το βρόντηξε σύρριζα στο δεξί του αυτί.
Και πολύ τρομάξανε τα παιδιά, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην όψη και το άχερο στα μαλλιά και τα κοντά μαύρα ποδήματα, κέρωσαν.
Επειδή πήγανε κι ήρθανε γύρω τα χαμόσπιτα, και σε πολλές μεριές το πισσόχαρτο έπεσε και φανήκανε μακριά, πίσω απ’ τον ήλιο, οι γυναίκες να κλαίνε γονατιστές, πάνω σ’ ένα έρμο οικόπεδο, γεμάτο τσουκνίδες και μαύρα πηχτά αίματα.
Ενώ σήμαινε δώδεκα ακριβώς το μεγάλο ρολόι των αγγέλων.

.................................................................................................................................................................................

Τί ανατριχιαστική παρομοίωση τού Ελύτη γι´''αυτόν μέ τό σβησμένο πρόσωπο ,πού σήκωνε τό δάκτυλο και οι ώρες ανατρίχιαζαν''.............δηλαδή γιά τον Χαφιέ και τόν Κατοχικό(κάθε εποχής)Κουκουλοφόρο..
 
Last edited:
17 June 2006
62,722
Χολαργός
BUIRNT NORTON
(No. 1 of 'Four Quartets')

T.S. Eliot
I

Time present and time past
Are both perhaps present in time future,
And time future contained in time past.
If all time is eternally present
All time is unredeemable.


What might have been is an abstraction
Remaining a perpetual possibility
Only in a world of speculation.
What might have been and what has been
Point to one end, which is always present.
Footfalls echo in the memory
Down the passage which we did not take
Towards the door we never opened
Into the rose-garden. My words echo
Thus, in your mind.
But to what purpose
Disturbing the dust on a bowl of rose-leaves
I do not know.
Other echoes
Inhabit the garden. Shall we follow?
Quick, said the bird, find them, find them,
Round the corner. Through the first gate,
Into our first world, shall we follow
The deception of the thrush? Into our first world.
There they were, dignified, invisible,
Moving without pressure, over the dead leaves,
In the autumn heat, through the vibrant air,
And the bird called, in response to
The unheard music hidden in the shrubbery,
And the unseen eyebeam crossed, for the roses
Had the look of flowers that are looked at.
There they were as our guests, accepted and accepting.
So we moved, and they, in a formal pattern,
Along the empty alley, into the box circle,
To look down into the drained pool.
Dry the pool, dry concrete, brown edged,
And the pool was filled with water out of sunlight,
And the lotos rose, quietly, quietly,
The surface glittered out of heart of light,
And they were behind us, reflected in the pool.
Then a cloud passed, and the pool was empty.
Go, said the bird, for the leaves were full of children,
Hidden excitedly, containing laughter.
Go, go, go, said the bird: human kind
Cannot bear very much reality.

Time past and time future
What might have been and what has been
Point to one end, which is always present.
 
17 June 2006
62,722
Χολαργός
ΤΑΡΙΧΕΥΕΙΝ

Η δυναμή τους είναι να είσαι ανίδεος
να είσαι αφελής , να αμνηστεύεις ,
η δυναμή τους είναι να ξεχνάς ,
να μη θυμάσαι που η εντολή από τους Κατεπάνω
είναι να συμφωνήσουνε ανακριτής κ' εισαγγελέας
να κηρυχτείς σε αφάνεια
να μπεις στο αρχείο , ή , αν η χάρη τους ...
να σ' αναλάβουνε ταριχευτές ,
ή διαιώνια τέχνη των λωρίδων .

Εκτωρ Κακναβάτος.
 
17 June 2006
62,722
Χολαργός
ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ : Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου

Πρώτον : σε θέλουνε ακίνδυνη και να ξεχνάς

κι ύστερα καλή μ' αυτούς φιλεναδίτσα

τρυφερή

υποσχετική

οι αχρείοι .


Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου από πλευρό

ανοιχτό του αίλουρου , της ανηφόρας

απ' τα εννιά σκοινιά του βούρδουλα

κι ο ήλιος φίδι μες στο σύρμα .

Μην ξεχάσεις φτύσ' τους .


Ας περιμένουν να σε σβήσω με νερό

ή κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων

ας περιμένουν οι αχρείοι .
 

Dimitris PS.

Established Member
16 March 2009
223
Re: Απάντηση: Ποίηση....γιατί όχι;

ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ : Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου

Πρώτον : σε θέλουνε ακίνδυνη και να ξεχνάς

κι ύστερα καλή μ' αυτούς φιλεναδίτσα

τρυφερή

υποσχετική

οι αχρείοι .


Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου από πλευρό

ανοιχτό του αίλουρου , της ανηφόρας

απ' τα εννιά σκοινιά του βούρδουλα

κι ο ήλιος φίδι μες στο σύρμα .

Μην ξεχάσεις φτύσ' τους .


Ας περιμένουν να σε σβήσω με νερό

ή κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων

ας περιμένουν οι αχρείοι .



:SFGSFGSF::SFGSFGSF::SFGSFGSF:
 

Elina

Senior Member
13 January 2009
556
Γέρακας
Η Σατραπεία

Τι συμφορά, ενώ είσαι καμωμένος
για τα ωραία και μεγάλα έργα
η άδικη αυτή σου η τύχη πάντα
ενθάρρυνσι κ' επιτυχία να σε αρνείται·
να σ' εμποδίζουν ευτελείς συνήθειες,
και μικροπρέπειες, κι αδιαφορίες.
Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις
(η μέρα που αφέθηκες κ' ενδίδεις),
και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,
και πιαίνεις στον μονάρχην Αρταξέρξη
που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,
και σε προσφέρει σατραπείες και τέτοια.

Και σύ τα δέχεσαι με απελπισία
αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλεις.
Αλλα ζητεί η ψυχή σου, γι' άλλα κλαίει·
τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
τα δύσκολα και τ' ανεκτίμητα Εύγε·
την Αγορά, το Θέατρο, και τους Στεφάνους.
Αυτά πού θα στα δώσει ο Αρταξέρξης,
αυτά πού θα τα βρείς στη σατραπεία·
και τι ζωή χωρίς αυτά θα κάμεις.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1910)

(Ερζερούμ, 2011)
 

Stephania Gk.

AVClub Addicted Member
23 April 2008
2,381
Κι αν δεν μπορείς να κάνεις τη ζωή σου όπως τη θες

Τούτο προσπάθησε τουλάχιστον

Όσο μπορείς μην την εξευτελίζεις

Μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου

Μες στις πολλές κινήσεις και ομιλίες

Ώσπου να γίνει σα μια ξένη φορτική.

Κ. Καβάφης