Μιλώντας για τα έργα τους, οι συνθέτες συχνά αρέσκονται να λένε: Προσπάθησα να κάνω αυτό, είχα αυτή κι αυτή την πρόθεση κλπ. Εγώ θα προτιμούσα να μη συνεχίσω έτσι. Θα ήταν πολύ πιο ενδιαφέρον να μάθω τι γνώμη έχουν οι ακροατές, ν’ ακούσω τα σχόλια τους. Το μόνο που θα ήθελα να πω είναι ότι σ’ αυτή σύνθεση θέλησα να μεταδώσω ανθρώπινα συναισθήματα και πάθη.
Ντ. Σοστακόβιτς, για τη 10η συμφωνία του, από το ομώνυμο βιβλίο των εκδόσεων Σύγχρονη Εποχή.
Η 10η συμφωνία του Σοστακόβιτς (γραμμένη το 1953), είναι από πολλές απόψεις ένα ορόσημο. Επιστρέφει με αυτήν στη συμφωνική παραγωγή, μετά από αποχή οκτώ περίπου ετών. Η επανεμφάνιση αυτή σηματοδοτεί την έξοδο ( ; ) από μια περίοδο σοβαρής κρίσης των σχέσεων του με τη σοβιετική εξουσία, με αποκορύφωμα την καταδίκη το 1948 έργων του, μαζί με έργα του Προκόφιεφ, του Χατσατουριάν και άλλων, ως φορμαλιστικά [sic]. Η πρεμιέρα της δόθηκε λίγους μήνες μετά το θάνατο του Στάλιν. Στο ίδιο το έργο υπάρχουν μουσικοί κώδικες με ιδιαίτερη προσωπική σημασία για το συνθέτη, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το μουσικό ακρωνύμιο του. Είναι το συμφωνικό έργο που διέλυσε τις εστίες καχυποψίας στη Δύση και τον καθιέρωσε ως κορυφαίο συνθέτη.
Αυτό που κάνει τη συμφωνία τόσο σπουδαία – η σημαντικότερη που γράφτηκε στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα – δεν είναι τα αυτοβιογραφικά της στοιχεία, ούτε το κρυφτούλι με το σοβιετικό ολοκληρωτισμό, ούτε τα μνημειακά της χαρακτηριστικά, από τα οποία στερείται άλλωστε, σε αντίθεση με τις προηγούμενες (7,8) και επόμενες (11,12).
Είναι η δομή της, το τεράστιο υπαρξιακό της βάθος και η πυκνότητα και οι αντιθέσεις των συναισθημάτων που κρύβονται στο έργο. Από τα πρώτα μέτρα του πρώτου – και μακροσκελέστερου – μέρους της, τα τσέλα και τα κοντραμπάσα διαμορφώνουν ένα σκοτεινό και ανησυχητικό κλίμα που εξελίσσεται σε συνδυασμό με το δεύτερο θέμα που εισάγεται από τα κλαρινέτα σε ένα φορτίσσιμο συσπείρωσης περισσότερο, παρά εκτόνωσης. Το τρίτο θέμα που εισάγεται από τα φλάουτα επιτείνει την ανησυχία, αποτελώντας θαρρείς ένα ακρωτηριασμένο χορευτικό θέμα που διαπλέκεται πολυφωνικά με τα άλλα δύο δημιουργώντας τεράστιες δραματικές αντιθέσεις η λύση των οποίων έρχεται με ένα δεύτερο φορτίσσιμο, το οποίο επιστεγάζεται από το αρχικό θέμα των εγχόρδων. Το μέρος τελειώνει με ένα μετέωρο θέμα από τα ξύλινα πνευστά, υπό το σκοτεινό φόντο των τυμπάνων και του πιτσικάτο των εγχόρδων.
Το δεύτερο θέμα είναι ένα βίαιο και σύντομο σκέρτσο, που υποβάλλει στο άγχος, στο δέος αλλά και στο γελοίο μιας υπεράνθρωπης / απάνθρωπης δύναμης. Το τρίτο μέρος, χαρακτηρισμένο από τον ίδιο ως νυχτερινό, είναι εξαιρετικά γοητευτικό, με μια αριστοτεχνική ισορροπία μεταξύ του σκεπτικιστικού χιούμορ, της δραματικότητας, του λυρισμού και του πάθους. Είναι το μέρος με τα περισσότερο αναγνωρίσιμους ‛κώδικες’, σαν το προανεφερθέν μουσικό ακρώνυμο του συνθέτη. Το αινιγματικό θέμα που εισάγεται από τα κόρνα, διακόπτοντας τον καλπασμό των τσέλων και εποπτεύει την αλλαγή του ύφους σε πιο εσωστρεφές και λυρικό, έχει αποτελέσει αντικείμενο πρόσφατης ερμηνείας που το συνδέει με το όνομα μιας μαθήτριας του. Αδιαμφισβήτητη όμως είναι η καταγωγή του στο τραγούδι του πιθήκου, από το πρώτο μέρος του Τραγουδιού της Γης, του Μάλερ.
Το τέταρτο μέρος ξεκινά σε ένα κλίμα λυρισμού και μοναξιάς, για να μεταβεί σε ένα παιγνιώδη χείμαρρο χορευτικών θεμάτων με λαμπρές αναλαμπές, που δίνει τελικά τη λύση στη συσσωρευμένη ένταση της συμφωνίας, με το θέμα των εγχόρδων του πρώτου μέρους να επανέρχεται στο φινάλε.
Αν είχα να διαλέξω μια εκτέλεση σε συνδυασμό με καλή ηχογράφηση, θα πήγαινα με κλειστά μάτια στην πρώτη του Κάραγιαν (1966), στη DG. Εσωστρεφής, ευαίσθητη, με άψογη τεχνική και υπέροχο παίξιμο από τη Φιλαρμονική του Βερολίνου. Ο Σοστακόβιτς είχε την ευκαιρία ν’ ακούσει τον Κάραγιαν στην επίσκεψη του στην Μόσχα το 1970 και εκτιμούσε πολύ τη προσέγγιση του στη 10η συμφωνία. Ζεστή, ατμοσφαιρική λαμπάτη ηχογράφηση, που αναδεικνύεται θαυμάσια στο βαρύ βινύλιο της Speaker’s Corner. Κυκλοφορεί και σε cd από τη σειρά Galleria της DG.
Κατά τα λοιπά, από το πανέρι των ιερών τεράτων με τη φτωχή ηχογράφηση, οπωσδήποτε Δημήτρης Μητρόπουλος με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης (μονοφωνική του 1954 στη Sony) και φυσικά, Γεβγένι Μραβίνσκυ με Φιλαρμονική του Λένινγκραντ, στερεοφωνική, ζωντανή ηχογράφηση του 1976 μέτριας ποιότητας, που κυκλοφορεί σε cd της Erato.
Από καινούργιες, έχω ακούσει του Γιάνσονς με τη Φιλαδέλφεια στην EMI και μου φάνηκε καλή.
Ντ. Σοστακόβιτς, για τη 10η συμφωνία του, από το ομώνυμο βιβλίο των εκδόσεων Σύγχρονη Εποχή.
Η 10η συμφωνία του Σοστακόβιτς (γραμμένη το 1953), είναι από πολλές απόψεις ένα ορόσημο. Επιστρέφει με αυτήν στη συμφωνική παραγωγή, μετά από αποχή οκτώ περίπου ετών. Η επανεμφάνιση αυτή σηματοδοτεί την έξοδο ( ; ) από μια περίοδο σοβαρής κρίσης των σχέσεων του με τη σοβιετική εξουσία, με αποκορύφωμα την καταδίκη το 1948 έργων του, μαζί με έργα του Προκόφιεφ, του Χατσατουριάν και άλλων, ως φορμαλιστικά [sic]. Η πρεμιέρα της δόθηκε λίγους μήνες μετά το θάνατο του Στάλιν. Στο ίδιο το έργο υπάρχουν μουσικοί κώδικες με ιδιαίτερη προσωπική σημασία για το συνθέτη, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το μουσικό ακρωνύμιο του. Είναι το συμφωνικό έργο που διέλυσε τις εστίες καχυποψίας στη Δύση και τον καθιέρωσε ως κορυφαίο συνθέτη.
Αυτό που κάνει τη συμφωνία τόσο σπουδαία – η σημαντικότερη που γράφτηκε στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα – δεν είναι τα αυτοβιογραφικά της στοιχεία, ούτε το κρυφτούλι με το σοβιετικό ολοκληρωτισμό, ούτε τα μνημειακά της χαρακτηριστικά, από τα οποία στερείται άλλωστε, σε αντίθεση με τις προηγούμενες (7,8) και επόμενες (11,12).
Είναι η δομή της, το τεράστιο υπαρξιακό της βάθος και η πυκνότητα και οι αντιθέσεις των συναισθημάτων που κρύβονται στο έργο. Από τα πρώτα μέτρα του πρώτου – και μακροσκελέστερου – μέρους της, τα τσέλα και τα κοντραμπάσα διαμορφώνουν ένα σκοτεινό και ανησυχητικό κλίμα που εξελίσσεται σε συνδυασμό με το δεύτερο θέμα που εισάγεται από τα κλαρινέτα σε ένα φορτίσσιμο συσπείρωσης περισσότερο, παρά εκτόνωσης. Το τρίτο θέμα που εισάγεται από τα φλάουτα επιτείνει την ανησυχία, αποτελώντας θαρρείς ένα ακρωτηριασμένο χορευτικό θέμα που διαπλέκεται πολυφωνικά με τα άλλα δύο δημιουργώντας τεράστιες δραματικές αντιθέσεις η λύση των οποίων έρχεται με ένα δεύτερο φορτίσσιμο, το οποίο επιστεγάζεται από το αρχικό θέμα των εγχόρδων. Το μέρος τελειώνει με ένα μετέωρο θέμα από τα ξύλινα πνευστά, υπό το σκοτεινό φόντο των τυμπάνων και του πιτσικάτο των εγχόρδων.
Το δεύτερο θέμα είναι ένα βίαιο και σύντομο σκέρτσο, που υποβάλλει στο άγχος, στο δέος αλλά και στο γελοίο μιας υπεράνθρωπης / απάνθρωπης δύναμης. Το τρίτο μέρος, χαρακτηρισμένο από τον ίδιο ως νυχτερινό, είναι εξαιρετικά γοητευτικό, με μια αριστοτεχνική ισορροπία μεταξύ του σκεπτικιστικού χιούμορ, της δραματικότητας, του λυρισμού και του πάθους. Είναι το μέρος με τα περισσότερο αναγνωρίσιμους ‛κώδικες’, σαν το προανεφερθέν μουσικό ακρώνυμο του συνθέτη. Το αινιγματικό θέμα που εισάγεται από τα κόρνα, διακόπτοντας τον καλπασμό των τσέλων και εποπτεύει την αλλαγή του ύφους σε πιο εσωστρεφές και λυρικό, έχει αποτελέσει αντικείμενο πρόσφατης ερμηνείας που το συνδέει με το όνομα μιας μαθήτριας του. Αδιαμφισβήτητη όμως είναι η καταγωγή του στο τραγούδι του πιθήκου, από το πρώτο μέρος του Τραγουδιού της Γης, του Μάλερ.
Το τέταρτο μέρος ξεκινά σε ένα κλίμα λυρισμού και μοναξιάς, για να μεταβεί σε ένα παιγνιώδη χείμαρρο χορευτικών θεμάτων με λαμπρές αναλαμπές, που δίνει τελικά τη λύση στη συσσωρευμένη ένταση της συμφωνίας, με το θέμα των εγχόρδων του πρώτου μέρους να επανέρχεται στο φινάλε.
Αν είχα να διαλέξω μια εκτέλεση σε συνδυασμό με καλή ηχογράφηση, θα πήγαινα με κλειστά μάτια στην πρώτη του Κάραγιαν (1966), στη DG. Εσωστρεφής, ευαίσθητη, με άψογη τεχνική και υπέροχο παίξιμο από τη Φιλαρμονική του Βερολίνου. Ο Σοστακόβιτς είχε την ευκαιρία ν’ ακούσει τον Κάραγιαν στην επίσκεψη του στην Μόσχα το 1970 και εκτιμούσε πολύ τη προσέγγιση του στη 10η συμφωνία. Ζεστή, ατμοσφαιρική λαμπάτη ηχογράφηση, που αναδεικνύεται θαυμάσια στο βαρύ βινύλιο της Speaker’s Corner. Κυκλοφορεί και σε cd από τη σειρά Galleria της DG.
Κατά τα λοιπά, από το πανέρι των ιερών τεράτων με τη φτωχή ηχογράφηση, οπωσδήποτε Δημήτρης Μητρόπουλος με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης (μονοφωνική του 1954 στη Sony) και φυσικά, Γεβγένι Μραβίνσκυ με Φιλαρμονική του Λένινγκραντ, στερεοφωνική, ζωντανή ηχογράφηση του 1976 μέτριας ποιότητας, που κυκλοφορεί σε cd της Erato.
Από καινούργιες, έχω ακούσει του Γιάνσονς με τη Φιλαδέλφεια στην EMI και μου φάνηκε καλή.