Σε μια στιγμή της ταινίας – λίγο μετά την επίθεση στην πρώτη «φωλιά» , στο πλοίο όπου οι δύο ήρωες και καλύτεροι κατασχετές της εταιρίας , ο Τζέικ και ο Ρέμυ βρίσκονται μέσα στο αυτοκίνητο , ο πρώτος γυρίζει στον δεύτερο και τον ρωτά εάν «έχει αναρωτηθεί ποτέ τι είναι αυτό που κρατά τον παλιόκοσμο ενωμένο» και χωρίς να περιμένει απάντηση , συνεχίζει «όχι η μαγεία πάντως» . «Οι κανόνες» « Οι άνθρωποι που συνάδουν με τους όρους που υπέγραψαν οι ίδιοι» και προχωρώντας τον μονόλογο του ρωτά ξανά « Ξέρεις όμως τι είναι πιο σημαντικό κι από τους ίδιους του κανόνες ;» «Η επιβολή αυτών των κανόνων» .
Με αυτόν τον φαινομενικά απλό διάλογο -και ειλικρινά δεν μπορώ να ξέρω αν ήταν συνειδητός ή ασυνείδητος από πλευράς σεναριογράφου – επανατίθεται κατ’ ουσίαν το ζήτημα του «κοινωνικού συμβολαίου» όπως αυτό τέθηκε για πρώτη φορά από τους σημαντικούς στοχαστές του 17ου και 18ου αιώνα , ξεκινώντας από τον Γκρότιους , περνώντας στον Hobbes και στον Locke και φτάνοντας στον Καντ και τον Ρουσώ θεμελιώνοντας την σύγχρονη πολιτική επιστήμη.
Η Χομπσιανή πολιτική φιλοσοφία , όπως αυτή εκφράστηκε με πληρότητα στον περίφημο « Λεβιάθαν» , θεωρεί το κοινωνικό συμβόλαιο , ως τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος ξεφεύγει από την «φυσική κατάσταση» , την πρωτόγονη κατάσταση που παράγει μόνο συγκρούσεις οφειλόμενες στην αντίστοιχη ιδιοσυγκρασία του ανθρώπινου γένους και στην συνεχή μάχη με τους υπόλοιπους για τροφή , επικράτηση , πλουτισμό , δόξα . Για να ξεφύγουν από την φυσική αυτή κατάσταση , αυτόν τον διαρκή πόλεμο «όλων εναντίον όλων» ( bellum omnium contra omnes) ο άνθρωπος προσχωρεί σε ένα συμβόλαιο με όλους τους υπόλοιπους , ώστε η υπογραφή του να χρησιμεύσει ως τρόπος ειρήνευσης και προόδου της ανθρωπότητας.
Συγχρόνως εξουσιοδοτείται ένας άνθρωπος ή μια ομάδα συνέλευση ανθρώπων ( ο Κυρίαρχος ) στον οποίον οι συνεταιρισμένοι πλέον άνθρωποι υποτάσσονται , παραιτούμενοι από έναν μεγάλο μέρος από τα δικαιώματα τους έναντι αλλήλων με αμοιβαίο τρόπο . Ταυτόχρονα υποτάσσονται στον Κυρίαρχο ο οποίος έχει αυτός μόνον πλέον την δυνατότητα να επιβάλλει τους ορισμούς του νόμου και την εκτέλεση του με το Ξίφος ( την δύναμη , τον καταναγκασμό ) . Από την φυσική κατάσταση περνάμε στην οργανωμένη κοινωνία .Το ευ και δικαίως ζην του Αριστοτέλη και της αθηναϊκής πόλεως , αντικαθίσταται από την ελευθερία υπό τον νόμο . Αυτό κατ’ ουσίαν σηματοδοτεί και την έναρξη ιστορικά των νεωτερικών χρόνων.
Για να δικαιολογήσει λοιπόν την απολύτως μη ηθική επαγγελματική τους απασχόληση , αλλά και την εξ ίσου μη ηθική διαδικασία της εταιρίας που φορτώνει με τοκογλυφικά επιτόκια όσους δυστυχείς πελάτες της έχουν την ατυχία να πέσουν στα δίχτυα της «Ενωσης» , ο Τζέικ προσαρμόζει με εξαιρετικά εύστοχο αλλά και εξ ίσου ειρωνικό τρόπο την θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου στην ζωή τους . ΟΙ δύο τους ( αλλά και όλοι όσοι εργάζονται ως κατασχετές ) , φροντίζουν για την τήρηση των συμφωνηθέντων σε αυτό το συμβόλαιο . Κατ’ ουσίαν δηλαδή δυναμιτίζεται η έννοια της κρατικής σύμβασης και της επιβολής του δικαίου δια του ξίφους ( εξαναγκασμού) αφού καταδεικνύεται πλήρως η αν-ηθικη διάσταση του , η απομάκρυνση , ο διαχωρισμός δηλαδή του δικαίου από την Ηθική , πρόταγμα βέβαια της νεωτερικής εποχής , αλλά με τραγικά αποτελέσματα .
Λίγο αργότερα , όταν ο Ρέμυ έχει υποστεί την εγχείρηση εμφύτευσης μηχανικής καρδιάς , αναρωτιέται « Ακούγοντας τις ιστορίες για κάποιον κόπανο με απλήρωτο συκώτι , το μόνο που σκέφτομαι είναι ότι εκείνος ο κόπανος έχει όνομα , γυναίκα και παιδιά» . Ο βασικός ήρωας πλέον , σκέπτεται , αμφιβάλλει και αμφιταλαντεύεται . Ο ορθός Λόγος τον κυριεύει ως δια μαγείας και όλως αιφνιδίως ο γνώμονας των πράξεων του μεταβάλλεται . Είναι σαν για πρωτη φορά να σκέπτεται , αυτόνομα πλέον , εφαρμόζοντας εν αγνοία του την πρώτη διατύπωση της κατηγορικής προσταγής του Κάντ «πράττε ώστε ο γνώμονας των πράξεων σου να μπορεί να ισχύει συγχρόνως ως αρχή μιας καθολικής νομοθεσίας» .
Από το σημείο αυτό πιά του είναι αδύνατον να συνεχίσει να κατάσχει όργανα μεταχειριζόμενος τους ανθρώπους ως αντικείμενα . Η δεύτερη διατύπωση της κατηγορικής προσταγής προβάλλει ακράδαντα «πράττε ώστε την ανθρωπότητα , τόσο στο πρόσωπο σου όσο και στο πρόσωπο οποιουδήποτε άλλου να την χρησιμοποιείς πάντοτε συγχρόνως ως σκοπό και ουδέποτε ως μέσο» . Ο ήρωας περνά στην εποχή του προσωπικού του διαφωτισμού . Χρησιμοποιεί τον δικό του νου , σκέφτεται αυτόνομα , και δεν βρίσκεται υπό την καθοδήγηση κανενός .
Δεν θυμάμαι ποτέ να έχω δει ταινία του αμερικάνικου κινηματογράφου με τέτοιου εύρους φιλοσοφικές παραπομπές και προεκτάσεις . Είναι κρίμα που η σεναριακή ανατροπή στο τέλος , απομακρύνει ενδεχομένως τον θεατή από την ουσία του προβληματισμού του ανθρώπου στην σύγχρονη εποχή . Εξαιρετική ταινία .