- 17 June 2006
- 14,350
Debussy – Preludes, Books I & II – Melvyn Tan / DEUXELLES 1092
Ο Claude Debussy θεωρείται δίκαια ο πατέρας του σύγχρονου πιάνου. Είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην Κλασσική παράδοση και τα καινούργια Ρεύματα του 20ου αιώνα. Με αυτόν, η σύνθεση για πιάνο αλλάζει μορφή οριστικά: παραβιάζει κάθε λογής περιορισμούς που μέχρι τότε είχε θεσπίσει η Γερμανική Σχολή πάνω στην Αρμονία και στη φόρμα και παίζει περισσότερο με τα ηχοχρώματα και την ατμόσφαιρα: αφήνει πίσω του κάθε ένοια αρμονικής εξέλιξης των θεμάτων και προχωράει σε σειρές από ελεύθερες -ή, πιό σωστά, ελευθεριάζουσες- επαναλήψεις και παραλλαγές πάνω στα βασικά μοτίβα. Μαζί με τους Scarlatti, Chopin και Schumann, ο Debussy θεωρείται ένας από τους κατ’εξοχήν ‘πιανιστικούς’ συνθέτες, τους ριζοσπάστες που άλλαξαν για πάντα τη μορφή της πιανιστικής έκφρασης διά μέσου των αιώνων. Ερμηνευτικά, η μουσική του είναι από τις πιό δύσκολες – σαν Κινέζικη ζωγραφιά, όπου δεν υπάρχει καμμία αίσθηση προοπτικής. Ο Debussy μοιάζει να βλέπει τα πάντα, αλλά με τη ματιά κυβιστή ζωγράφου: όχι απαραίτητα από μία, συγκεκριμένη οπτική γωνία. Η μουσική του χαρακτηρίσθηκε επαναστατική γιατί μέσα της συμβαίνουν ταυτόχρονα ένα σωρό πράγματα. Είναι αρχέγονη και μοντέρνα, βαθειά πνευματική και εκφραστική, απίστευτα εξεζητημένη και ταυτόχρονα πρωτόγονη – ένας πραγματικός Γολγοθάς για τον εκτελεστή που πρέπει επιπρόσθετα να κατέχει την Τέχνη του ανεπαίσθητου και του φευγαλέου. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρεί κανείς σωστές εκτελέσεις αυτής της μουσικής: συνήθως οι πιανίστες την περιβάλλουν με μια ιμπρεσσιονιστική ομίχλη, με απερίσκεπτη και καταχρηστική χρήση του πεντάλ, κουφοί στην ιδιάζουσα υπερευαισθησία της στα ηχοχρώματα και στις παραφωνίες. Λίγοι είναι αυτοί που μπορούν να δώσουν έμφαση στις διασυνδέσεις της με τον ύστερο Ρομαντισμό και να τονίσουν τη σχέση της και τα χρέη της πρός τον Βάγκνερ. Περιττό να πούμε εδώ ότι αυτή η μουσική, στην εποχή της, ήταν σωστό ‘κόκκινο πανί’ για τους σύγχρονούς της. Ο Στραβίνσκι έλεγε πως ο δάσκαλός του Ρίμσκυ-Κόρσακοφ, του συνιστούσε να μείνει μακρυά από τη μουσική ‘αυτού του διάβολου’, ‘...γιατί υπήρχε κίνδυνος να αρχίσει να του αρέσει’. 90 χρόνια μετά το θάνατό του, ο Debussy εξακολουθεί να είναι απόλυτα εχθρικός σε κάθε επιπόλαιη προσέγγιση, τόσο από τους ακροατές όσο κι από τους εκτελεστές – η μουσική του θέλει Χρόνο και απαιτεί μεγάλη προσήλωση. Τα ανταλλάγματά της είναι παραπάνω από πλουσιοπάροχα.
Τα Πρελούδιά του αναδεικνύουν τον Debussy σαν ένα άξιο συνεχιστή της τέχνης του Bach και του Chopin πάνω στη φόρμα. Οι τίτλοι τους είναι εξωτικοί και νεραϊδοπαρμένοι: η Ondine, οι χορεύτριες των Δελφών, οι Νύμφες του Νερού, τα Πέπλα, τα Βήματα στο Χιόνι, οι Τροβαδούροι, Αυτά που Είδε ο Δυτικός Ανεμος – σπουδές πάνω στο Θρύλο, το Μυστήριο, τη φύση, τη μελαγχολία, την ακινησία, την ανικανότητα Πολλές θυμίζουν την τελευταία περίοδο ασκητικής εσωστρέφειας του Λίστ και άλλες κουβαλούν καινούργιους εξωτικούς απόηχους, πρωτόγνωρες για την εποχή τους ποιητικές ατμόσφαιρες. Γράφτηκε ότι δεν είναι τυχαίο πως το 2ο βιβλίο από τα Πρελούδια κυκλοφόρησε μόλις 7 μήνες πρίν τον πρώτο τόμο απ το ‘Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο’ του Μαρσέλ Προύστ. Βίοι παράλληλοι της Γαλλικής διανόησης.
O Melvyn Tan αναμετριέται εδώ με αυτή την εξαίσια και φευγαλέα μουσική και βγαίνει νικητής. Βαθειά περιγραφικός και με πεντακάθαρη άρθρωση, ένας πραγματικός αλχημιστής που συνδυάζει την ποίηση με τη ευφυία και αγγίζει την καρδιά αυτών των Καθεδρικών Ναών του Ηχου.