Το μυαλό μου αναποδογύρισε
The Holy Modal Rounders - The Moray Eels Eat The Holy Modal Rounders (1968, Elektra)
Τραγούδια: A1 Bird Song (Antonia) - 2:14, A2 One Will Do For Now (Weber) - 1:22, A3 Take-Off Artist Song (Stampfel, Antonia) - 2:36, A4 Werewolf - 3:40, A5 Interlude - 0:48, A6 Dame Fortune (Stampfel, Always) - 2:56, B1 Mobile Line (Stampfel, Antonia) - 3:19, B2 The Duji Song (Stampfel, Antonia) - 0:22, B3 My Mind Capsized (Stampfel, Always) - 2:46, B4 The STP Song (Stampfel) - 1:12, B5 Interlude 2 (Weber) - 1:41, B6 Half A Mind (Weber) - 2:23, B7 The Pledge - 1:05
Μουσικοί: Sam Shepard (κρουστά), Peter Stampfel (μπάντζο, ηλεκτρικό βιολί, φωνητικά), Dave Levy (κιθάρα), Richard Tyler (πιάνο), Steve Weber (κιθάρα, φωνητικά), John Wesley Annis (μπάσο, ντραμς), Antonia Duren (στίχοι, φωνητικά)
Παραγωγή / Μηχανικοί: Frazier Mohawk / Bob Labla, Robin Labla
Ο
Peter Stampfel και ο
Steve Weber έκαναν 'θολωμένη' φολκ μουσική για περίπου πέντε χρόνια από τη στιγμή που οι
Holy Modal Rounders πήγαν στο Λος Άντζελες για να ηχογραφήσουν το μοναδικό τους άλμπουμ στην
Elektra, την άνοιξη του 1968. Στην αρχική τους μορφή ως ακουστικό δίδυμο, στις
ηχογραφήσεις της
Prestige, διασκέδαζαν να κοροϊδεύουν αλλά και να αποτίουν στοργικό φόρο τιμής στην παραδοσιακή παλιοκαιρίτικη μουσική. Το ζευγάρι χωρίστηκε για λίγο και σύντομα ξεκίνησε σε μια πρώιμη εκδοχή των
Fugs και επανενώθηκε και επεκτάθηκε σε μια πλήρη ροκ σύνθεση, με τον θεατρικό συγγραφέα/ηθοποιό
Sam Shepard στα ντραμς, για μια χαοτική δισκογραφική δουλειά στην
ESP, το
Indian War Whoop. Ο Σέπαρντ έπαιξε ακόμα τύμπανα για το
The Moray Eels Eat the Holy Modal Rounders, το οποίο - αν και εξίσου χαοτικό με το προηγούμενο ανέβαζε την ψυχεδελική ένταση, την έμπνευση και την τρέλα που τροφοδοτούσαν τα ναρκωτικά.
Το
LP, από ορισμένες απόψεις, φαντάζει ως ένα μίγμα αλλόκοτου άσιντ φολκ, παράλληλο με τα πρώιμα άλμπουμ των
Mothers of Invention, ιδιαίτερα καθώς κινείται ανάμεσα σε τρελά θραύσματα τραγουδιών χωρίς κενά. Ενώ ο Φρανκ Ζάππα και το πλήρωμά του είχαν κατασκευάσει τα έπη του λούνα-παρκ αρκετά διεξοδικά και συνειδητά, οι
Rounders και ο παραγωγός
Frazier Mohawk, έμοιαζαν να έχουν καταλήξει στο μανιφέστο τους περισσότερο με αυθορμητισμό, εμπιστευόμενοι τη διαίσθησή τους παρά οτιδήποτε άλλο.
Ο
Stampfel υποστήριξε ότι οι μηχανικοί εξάλειψαν τα αυλάκια μεταξύ των κομματιών χωρίς να το γνωρίζει. Ο
Mohawk, από την πλευρά του, λέει ότι κανένα από τα τραγούδια δεν ολοκληρώθηκε, το οποίο ο
Stampfel με τη σειρά του αμφισβητεί και είναι απορριπτικός για το άλμπουμ. Και οι δύο όμως συμφωνούν ότι η χρήση ψυχοδραστικών κατά τη διάρκεια των σέσιον ήταν άφθονη. «
Υπήρξε μια αντανάκλαση της ψυχικής και σωματικής κατάστασης όλων των εμπλεκόμενων μερών», δηλώνει απλά σήμερα ο
Mohawk. Παρ' όλα αυτά, τα κομμάτια είναι ένας θρίαμβος, που μπορεί να κρέμονται από μια κλωστή, αλλά συνήθως συναρπάζουν, με ένα τρελαμένο, κατάδικό τους πέπλο μυστηρίου.
Η πρώτη απόπειρα τραγουδοποιίας της φίλης του
Stampfel,
Antonia, το "
Bird Song" - μακράν το πιο ευρέως γνωστό τραγούδι, λόγω της αξιομνημόνευτης χρήσης του στο σάουντρακ του
Easy Rider -, ήταν χόνκι-τονκ κάντρι, μετά από κακό φτιάξιμο, που υποχωρούσε με τη σειρά της σε εναλλαγές μεταξύ μανιοκαταθλιπτικής ακουστικής φολκ, κραυγών της υπαίθρου, μπαρόβιας κάντρι και χιουμοριστικού λευκού μπλουζ. Τελικά διαλύεται στην λεπτεπίλεπτη, ηρεμιστική μινόρε, ακουστική φολκ του "
One Will Do For Now" (
Stampfel: «
ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έγραψε ποτέ ο Weber») που επιστρέφει σε μια ακατανόητη ευχάριστη μουσική φαρσοκωμωδία στο "
Take-Off Artist Song" για την άσχημη πλευρά της ζωής στο
East Village της Νέας Υόρκης. Ακολουθούν η ωδή της τρελής κραυγής για τον εορτασμό του "
Werewolf", ο ήχος του σαλούν με το αστραφτερό αλλά γεμάτο τρόμο οργανικό "
Interlude" και η μελαγχολική, μελωδική φολκ μπαλάντα στο "
Dame Fortune".
Και αυτή είναι μόνο η πρώτη πλευρά. Η δεύτερη πλευρά ανοίγει με το "
Mobile Line", το πιο ατημέλητο, αταίριαστο, λευκό μπλουζ με υπερ-ανάδραση που μπορεί κανείς να φανταστεί, με τη κακοφωνία να ενισχύεται από την εισαγωγή ενός βιολιού. Η σκυτάλη παραδίδεται στο "
The Duji Song", ένα απόσπασμα από μάτσκιν (σ.σ. τα ξωτικά του Οζ) φωνητικά που σχεδόν αμέσως δίνει τη θέση του στα μπλουζ-βουβαλοβάτραχου, φωνητικά κοάσματα, του "
My Mind Capsized", διακοσμημένα από αταίριαστο αλλά παράξενα μαγευτικό βιολί. Τα χλευαστικά, κοροϊδευτικά φωνητικά έρχονται πάλι μπροστά στο "
The STP Song", και η ακουστική μινιατούρα "
Interlude 2" βρίσκεται στην επικράτεια του
John Fahey. Το "
Half A Mind" ήταν ένας τρομακτικά αυτοπεριγραφικός τίτλος για ένα κομμάτι με διαταραγμένη, άσιντ-μπλουζ-ροκ κιθάρα που σαρώνει και βραχνά φωνητικά από τον
Weber. Το όλο απολαυστικό χάος σταματάει στο "
The Pledge", με τη σαρδόνια απαγγελία του Σέπαρντ, της υπόσχεσης αφοσίωσης στην Αμερικάνικη σημαία (
Pledge of Allegiance), μια πράξη που πολλοί Αμερικάνοι θα ισοδυναμούσαν με προδοσία στην ταραχώδη χρονιά του 1968.
Αυτή ήταν φολκ από τις ρίζες, παρμένη από τις απόλυτα πιο σαλεμένες ακρότητές της, σαν να μεταφέρθηκαν οι βουνίσιοι σε μια στρεβλωμένη πέμπτη διάσταση όπου τα βιολιά και οι κιθάρες αρνούνταν να παίξουν όπως συνήθως, και τα ομαδικά τραγούδια γίνονται αγνώριστα παραμορφωμένα και συγκεχυμένα.
Ωστόσο, το
The Moray Eels Eat the Holy Modal Rounders ήταν, με τον δικό του τρόπο, εξίσου βουτηγμένο στην Αμερικάνα με οποιονδήποτε από τους αρχαίους φολκ δίσκους των Αππαλαχίων από τους οποίους ο
Stampfel και ο
Weber είχαν μάθει μεγάλο μέρος του πρώιμου ρεπερτορίου τους. Παράξενο και τρομερό, τίποτα συμβατικό, ορθόδοξο, συνηθισμένο, οπότε προφανώς εμπίπτει στη κατηγορία "
μόνο για λίγους μυημένους"!
«
Οι άνθρωποι μας ρωτούν τι είδους μουσική παίζουμε - και οι περισσότεροι δεν κατάλαβαν όταν εξηγούμε ότι κανείς δεν έχει παίξει ποτέ μουσική σαν εμάς στο παρελθόν».
Peter Stampfel
(****1/2, πηγές: εξώφυλλο, σημειώσεις CD επανέκδοσης του 2002)