- 13 July 2007
- 17,257
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ
"Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο."
...."Μετά από μερόνυχτα συνεχούς βασανισμού, οδηγείται ημιθανής στο νοσοκομείο και κατόπιν δικάζεται από το Στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968 και καταδικάζεται δις εις θάνατον, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, στις 17 Νοεμβρίου 1968[2]. Μεταφέρεται στην Αίγινα για την εκτέλεση η οποία όμως ματαιώθηκε χάρη στις πιέσεις της διεθνούς κοινότητας και αφού προσπάθησαν να πείσουν τον Παναγούλη να υπογράψει για να του δοθεί χάρη. Στις 25 Νοεμβρίου 1968 ο Παναγούλης μεταφέρθηκε από την Αίγινα στις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου, όπου και του επιβλήθηκε η "ποινή του εντοιχισμού" όπως λέει ο ίδιος. Δραπετεύει από τις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου (Σ.Φ.Μ.) όπου κρατείτο, στις 5 Ιουνίου 1969. Συλλαμβάνεται εκ νέου και οδηγείται προσωρινά στο στρατόπεδο του Γουδίου για να μεταφερθεί μετά από ένα μήνα και πάλι στις φυλακές του Μπογιατίου. Εκεί τον περιμένει η απομόνωση σε κελί που το έφτιαξαν ειδικά για τον Παναγούλη και ήταν σαν αντίγραφο τάφου. Επιχειρεί να δραπετεύσει αρκετές φορές ανεπιτυχώς. Γράφει ποιήματα ως διέξοδο. Συνεχίζει να γράφει ακόμα και όταν του κατάσχουν κάθε γραφική ύλη χρησιμοποιώντας για μελάνι το αίμα του και για χαρτί τους τοίχους του κελιού-τάφου του"...
Υπόσχεση
Τα δάκρυα που στα μάτια μας
θα δείτε ν' αναβρύζουν
ποτέ μην τα πιστέψετε
απελπισιάς σημάδια.
Υπόσχεση είναι μοναχά
γι' Αγώνα υπόσχεση
(Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, Φεβρουάριος 1972)
Vi scrivo da un carcere in Grecia, 1974
Διεύθυνσή μου
Ένα σπιρτόξυλο για πέννα
αίμα στο πάτωμα χυμένο για μελάνι
το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για χαρτί
Μα τι να γράψω;
Τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω
Παράξενο και πήζει το μελάνι
Μέσ’ από φυλακή σας γράφω
στην Ελλάδα
(Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, 5 Ιουνίου 1971 – Μετά ξυλοδαρμό)
ΓΙΩΡΓΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΑΣ
Στις 10 Μαΐου του 1968 δημοσιεύτηκε στον τύπο η είδηση ότι ο τέως βουλευτής της ΕΔΑ,Γιώργος Τσαρουχάς συνελήφθη ενώ πήγαινε από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα και ότι πέθανε από καρδιακή προσβολή.
Όμως κατά την ανάκριση που διεξήχθη μετά την πτώση της δικτατορίας, ο ανακριτής Ηλιάδης βρήκε στη θυρίδα της Σήμανσης ένα φιλμ από το οποίο προέκυψε ότι ο Τσαρουχάς είχε υποστεί βασανιστήρια μετά τη σύλληψή του. Επρόκειτο για φωτογραφίες του κακοποιημένου σώματος του νεκρού πια βουλευτή, στις οποίες φαίνονταν τα μαστιγώματα στην πλάτη, τα πρησμένα κάτω άκρα και κυρίως τα χτυπήματα στο εσωτερικό των μηρών που, σύμφωνα με γιατρούς που είδαν τις φωτογραφίες, πρέπει να ήταν τα μοιραία.
Ο Τσαρουχάς κατά τη σύλληψη του, είχε πάνω του ένα σημείωμα με την τελευταία απόφαση της κομματικής οργάνωσης Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, το οποίο πρόλαβε να καταπιεί. Το σημείωμα αυτό βρέθηκε κατά την νεκροψία-νεκροτομή και φωτοτυπία του συμπεριελήφθη στη δικογραφία για την υπόθεση Τσαρουχά και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη στις 10 Μαΐου 1979.
Το καλοκαίρι του ίδιου έτους έγινε η δίκη για τη δολοφονία του Τσαρουχά, όπου κατηγορούμενοι ήταν οι Στέφανος Καραμπέρης, Φωκίων Καραπάνος, Δημήτριος Σταματόπουλος και Δημήτριος Τασόπουλος, αξιωματικοί της αστυνομίας που η χούντα είχε παρασημοφορήσει για τη σύλληψη του Τσαρουχά. Καταδικάστηκαν σε μικρές ποινές φυλάκισης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΛΚΙΔΗΣ
..."Ο τρίτος της ομάδας, ο Νάντης Χατζηγιάννης, θα συλληφθεί κοντά στο σημείο στο οποίο έπεσε ο Χαλκίδης. Στο βιβλίο του περιγράφει καταλεπτώς πώς είδε τον αστυφύλακα Λεπενιώτη να καταδιώκει τον ήδη τραυματισμένο σύντροφό του, ν' αδειάζει πάνω του το περίστροφό του και λίγο αργότερα να τον αποτελειώνει ποδοπατώντας τον. Ο Χαλκίδης ξεψύχησε δίπλα του (σ. 60-71). Ακολούθησε η μεταφορά του στην Ασφάλεια κι αργότερα στην ΚΥΠ κι η πολυήμερη ανάκρισή του με βασανιστήρια, τα οποία περιγράφει επίσης εξονυχιστικά (σ. 72-90). "...
27 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ...
8 Σεπτεμβρίου 2004. Σε αστικό λεωφορείο της Ανω Τούμπας, στη Θεσσαλονίκη, δυο παλιοί γνώριμοι πέφτουν τυχαία ο ένας πάνω στον άλλο. Τα βλέμματά τους διασταυρώνονται κι ο 65χρονος Νάντης Χατζηγιάννης διαπιστώνει πως απέναντί του βρίσκεται ένας απ' τους αστυνομικούς που τον είχαν βασανίσει επί χούντας: ο -συνταξιούχος σήμερα- Αντώνιος Λεπενιώτης. Με οργισμένη φωνή τού θυμίζει ποιος είναι και στη συνέχεια ενημερώνει τους παριστάμενους ότι ο συνεπιβάτης τους υπήρξε όχι μόνο βασανιστής πολιτικών κρατουμένων αλλά και ο δολοφόνος του αγωνιστή Γιάννη Χαλκίδη, μέλους του (ακόμη ενιαίου τότε) ΚΚΕ και της αντιστασιακής οργάνωσης «Πατριωτικό Μέτωπο». Ο Λεπενιώτης κατεβαίνει απ' το λεωφορείο.
Ενάμιση μήνα μετά (19/10/04), ο Χατζηγιάννης καλείται από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης να απολογηθεί για τη μήνυση που υπέβαλε σε βάρος του ο πάλαι ποτέ βασανιστής του, με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης.
Ο συνταξιούχος αστυνομικός τον παρουσιάζει σαν «ιδιόρρυθμον άτομον», «θρασύτατο και προκλητικό», που «εμφανίζεται ως αντιστασιακός» και τον συκοφαντεί συστηματικά «εν γνώσει της αναληθείας» των ισχυρισμών του. Ισχυρίζεται μάλιστα ότι παρόμοια επεισόδια έχουν συμβεί μεταξύ τους και στο παρελθόν (το 1990 και το 1999), κάτι που ο ίδιος ο Χατζηγιάννης διαψεύδει κατηγορηματικά.
Η εκδίκαση της μήνυσης θα γίνει στις 8 Φεβρουαρίου από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο της συμπρωτεύουσας. Εντεκα μέρες αργότερα, θα εκδικαστεί και η αγωγή που υπέβαλε το 2007 ο Λεπενιώτης κατά του Χατζηγιάννη και της εφημερίδας «Αγγελιοφόρος», ζητώντας 200.000 ευρώ για τη δημοσίευση μιας «συκοφαντικής» συνέντευξής του σχετικά με το φόνο του Χαλκίδη.
«Το τελευταίο που περίμενα να μου συμβεί τριάντα χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας», διαβάζουμε στο υπόμνημα που ο κατηγορούμενος κατέθεσε το 2005, «είναι να δίνω εξηγήσεις για την αντιδικτατορική μου δράση και όσα είμαι υποχρεωμένος να καταγγέλλω και να υπενθυμίζω με κάθε ευκαιρία». Ταυτόχρονα ωστόσο ξεκαθαρίζει πως θεωρεί την επικείμενη δίκη σαν μια καλή ευκαιρία για «την επ' ακροατηρίω αποκατάσταση της αλήθειας, τόσο για την υπόθεση της δολοφονίας του Γιάννη Χαλκίδη, όσο και για τις ευθύνες του ίδιου του Λεπενιώτη». Εν αναμονή της δίκης, κατέγραψε επίσης τις αναμνήσεις του και τις εξέδωσε σε βιβλίο με τον εύγλωττο τίτλο «Τι έχεις μ' αυτόν;» (Θεσσαλονίκη 2007).
"Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο."
...."Μετά από μερόνυχτα συνεχούς βασανισμού, οδηγείται ημιθανής στο νοσοκομείο και κατόπιν δικάζεται από το Στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968 και καταδικάζεται δις εις θάνατον, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, στις 17 Νοεμβρίου 1968[2]. Μεταφέρεται στην Αίγινα για την εκτέλεση η οποία όμως ματαιώθηκε χάρη στις πιέσεις της διεθνούς κοινότητας και αφού προσπάθησαν να πείσουν τον Παναγούλη να υπογράψει για να του δοθεί χάρη. Στις 25 Νοεμβρίου 1968 ο Παναγούλης μεταφέρθηκε από την Αίγινα στις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου, όπου και του επιβλήθηκε η "ποινή του εντοιχισμού" όπως λέει ο ίδιος. Δραπετεύει από τις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου (Σ.Φ.Μ.) όπου κρατείτο, στις 5 Ιουνίου 1969. Συλλαμβάνεται εκ νέου και οδηγείται προσωρινά στο στρατόπεδο του Γουδίου για να μεταφερθεί μετά από ένα μήνα και πάλι στις φυλακές του Μπογιατίου. Εκεί τον περιμένει η απομόνωση σε κελί που το έφτιαξαν ειδικά για τον Παναγούλη και ήταν σαν αντίγραφο τάφου. Επιχειρεί να δραπετεύσει αρκετές φορές ανεπιτυχώς. Γράφει ποιήματα ως διέξοδο. Συνεχίζει να γράφει ακόμα και όταν του κατάσχουν κάθε γραφική ύλη χρησιμοποιώντας για μελάνι το αίμα του και για χαρτί τους τοίχους του κελιού-τάφου του"...
Υπόσχεση
Τα δάκρυα που στα μάτια μας
θα δείτε ν' αναβρύζουν
ποτέ μην τα πιστέψετε
απελπισιάς σημάδια.
Υπόσχεση είναι μοναχά
γι' Αγώνα υπόσχεση
(Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, Φεβρουάριος 1972)
Vi scrivo da un carcere in Grecia, 1974
Διεύθυνσή μου
Ένα σπιρτόξυλο για πέννα
αίμα στο πάτωμα χυμένο για μελάνι
το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για χαρτί
Μα τι να γράψω;
Τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω
Παράξενο και πήζει το μελάνι
Μέσ’ από φυλακή σας γράφω
στην Ελλάδα
(Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, 5 Ιουνίου 1971 – Μετά ξυλοδαρμό)
ΓΙΩΡΓΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΑΣ
Στις 10 Μαΐου του 1968 δημοσιεύτηκε στον τύπο η είδηση ότι ο τέως βουλευτής της ΕΔΑ,Γιώργος Τσαρουχάς συνελήφθη ενώ πήγαινε από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα και ότι πέθανε από καρδιακή προσβολή.
Όμως κατά την ανάκριση που διεξήχθη μετά την πτώση της δικτατορίας, ο ανακριτής Ηλιάδης βρήκε στη θυρίδα της Σήμανσης ένα φιλμ από το οποίο προέκυψε ότι ο Τσαρουχάς είχε υποστεί βασανιστήρια μετά τη σύλληψή του. Επρόκειτο για φωτογραφίες του κακοποιημένου σώματος του νεκρού πια βουλευτή, στις οποίες φαίνονταν τα μαστιγώματα στην πλάτη, τα πρησμένα κάτω άκρα και κυρίως τα χτυπήματα στο εσωτερικό των μηρών που, σύμφωνα με γιατρούς που είδαν τις φωτογραφίες, πρέπει να ήταν τα μοιραία.
Ο Τσαρουχάς κατά τη σύλληψη του, είχε πάνω του ένα σημείωμα με την τελευταία απόφαση της κομματικής οργάνωσης Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, το οποίο πρόλαβε να καταπιεί. Το σημείωμα αυτό βρέθηκε κατά την νεκροψία-νεκροτομή και φωτοτυπία του συμπεριελήφθη στη δικογραφία για την υπόθεση Τσαρουχά και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη στις 10 Μαΐου 1979.
Το καλοκαίρι του ίδιου έτους έγινε η δίκη για τη δολοφονία του Τσαρουχά, όπου κατηγορούμενοι ήταν οι Στέφανος Καραμπέρης, Φωκίων Καραπάνος, Δημήτριος Σταματόπουλος και Δημήτριος Τασόπουλος, αξιωματικοί της αστυνομίας που η χούντα είχε παρασημοφορήσει για τη σύλληψη του Τσαρουχά. Καταδικάστηκαν σε μικρές ποινές φυλάκισης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΛΚΙΔΗΣ
..."Ο τρίτος της ομάδας, ο Νάντης Χατζηγιάννης, θα συλληφθεί κοντά στο σημείο στο οποίο έπεσε ο Χαλκίδης. Στο βιβλίο του περιγράφει καταλεπτώς πώς είδε τον αστυφύλακα Λεπενιώτη να καταδιώκει τον ήδη τραυματισμένο σύντροφό του, ν' αδειάζει πάνω του το περίστροφό του και λίγο αργότερα να τον αποτελειώνει ποδοπατώντας τον. Ο Χαλκίδης ξεψύχησε δίπλα του (σ. 60-71). Ακολούθησε η μεταφορά του στην Ασφάλεια κι αργότερα στην ΚΥΠ κι η πολυήμερη ανάκρισή του με βασανιστήρια, τα οποία περιγράφει επίσης εξονυχιστικά (σ. 72-90). "...
27 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ...
8 Σεπτεμβρίου 2004. Σε αστικό λεωφορείο της Ανω Τούμπας, στη Θεσσαλονίκη, δυο παλιοί γνώριμοι πέφτουν τυχαία ο ένας πάνω στον άλλο. Τα βλέμματά τους διασταυρώνονται κι ο 65χρονος Νάντης Χατζηγιάννης διαπιστώνει πως απέναντί του βρίσκεται ένας απ' τους αστυνομικούς που τον είχαν βασανίσει επί χούντας: ο -συνταξιούχος σήμερα- Αντώνιος Λεπενιώτης. Με οργισμένη φωνή τού θυμίζει ποιος είναι και στη συνέχεια ενημερώνει τους παριστάμενους ότι ο συνεπιβάτης τους υπήρξε όχι μόνο βασανιστής πολιτικών κρατουμένων αλλά και ο δολοφόνος του αγωνιστή Γιάννη Χαλκίδη, μέλους του (ακόμη ενιαίου τότε) ΚΚΕ και της αντιστασιακής οργάνωσης «Πατριωτικό Μέτωπο». Ο Λεπενιώτης κατεβαίνει απ' το λεωφορείο.
Ενάμιση μήνα μετά (19/10/04), ο Χατζηγιάννης καλείται από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης να απολογηθεί για τη μήνυση που υπέβαλε σε βάρος του ο πάλαι ποτέ βασανιστής του, με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης.
Ο συνταξιούχος αστυνομικός τον παρουσιάζει σαν «ιδιόρρυθμον άτομον», «θρασύτατο και προκλητικό», που «εμφανίζεται ως αντιστασιακός» και τον συκοφαντεί συστηματικά «εν γνώσει της αναληθείας» των ισχυρισμών του. Ισχυρίζεται μάλιστα ότι παρόμοια επεισόδια έχουν συμβεί μεταξύ τους και στο παρελθόν (το 1990 και το 1999), κάτι που ο ίδιος ο Χατζηγιάννης διαψεύδει κατηγορηματικά.
Η εκδίκαση της μήνυσης θα γίνει στις 8 Φεβρουαρίου από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο της συμπρωτεύουσας. Εντεκα μέρες αργότερα, θα εκδικαστεί και η αγωγή που υπέβαλε το 2007 ο Λεπενιώτης κατά του Χατζηγιάννη και της εφημερίδας «Αγγελιοφόρος», ζητώντας 200.000 ευρώ για τη δημοσίευση μιας «συκοφαντικής» συνέντευξής του σχετικά με το φόνο του Χαλκίδη.
«Το τελευταίο που περίμενα να μου συμβεί τριάντα χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας», διαβάζουμε στο υπόμνημα που ο κατηγορούμενος κατέθεσε το 2005, «είναι να δίνω εξηγήσεις για την αντιδικτατορική μου δράση και όσα είμαι υποχρεωμένος να καταγγέλλω και να υπενθυμίζω με κάθε ευκαιρία». Ταυτόχρονα ωστόσο ξεκαθαρίζει πως θεωρεί την επικείμενη δίκη σαν μια καλή ευκαιρία για «την επ' ακροατηρίω αποκατάσταση της αλήθειας, τόσο για την υπόθεση της δολοφονίας του Γιάννη Χαλκίδη, όσο και για τις ευθύνες του ίδιου του Λεπενιώτη». Εν αναμονή της δίκης, κατέγραψε επίσης τις αναμνήσεις του και τις εξέδωσε σε βιβλίο με τον εύγλωττο τίτλο «Τι έχεις μ' αυτόν;» (Θεσσαλονίκη 2007).