- 17 June 2006
- 14,350
Μartial Solal: Live At The Village Vanguard (CAM Jazz CD, 2008)
Είναι λίγοι εκείνοι οι καλλιτέχνες που τους ακούς και νιώθεις να παρελαύνει μπροστά σου ολόκληρη η Ιστορία της Μουσικής. Αυτός ο γαλλο-εβραίος παππούς είναι ένας από αυτούς. Γεννήθηκε στο Αλγέρι, έχει παίξει παρέα με θρύλους όπως ο Django Reinhardt, ο Sidney Bechet, ο Don Byas, έχει γράψει μουσική για πολλές κινηματογραφικές ταινίες με πιο γνωστή το ντεμπούτο του Jean-Luc Godard, το 'Με Κομμένη την Ανάσα'.
Πιθανότατα ο πιο καθαρόαιμος τζαζ ευρωπαίος πιανίστας, ο Martial Solal, στα 82 του -πρόπερσι που ηχογραφήθηκε στο Village Vanguard αυτό εδώ το 'ζωντανό' άλμπουμ- δεν έχει χάσει ούτε ίχνος από τη αστραφτερή λάμψη του. Τι παίζει; Νομίζεις πως ακούς τα κέρατά σου τα δίφορα: ένα άκουσμα τρομαχτικά λεπτομερές και επεξεργασμένο καθέτως και ταυτόχρονα πάρα πολύ ορμητικό οριζοντίως. Απειρα ρεύματα το διατρέχουν απ άκρη σ άκρη και νιώθεις σαν να τα ακούς ευρισκόμενος …υποβρυχίως: ελαφρώς παραμορφωμένα, σαν puzzle που συναρμολογήθηκε χωρίς κάποια κομβικής σημασίας κομμάτια του που χάθηκαν στο δρόμο, παραληρηματικός λόξυγγας, πολύμορφος και πολυεδρικός. Οι αναφορές είναι 'δευτεράντζες': κομμάτια που δεν τα θυμάται κανείς πια, η Humoresque του Dvorak, η Ελεγεία του Massenet, οι Εtudes των μεγάλων δάσκαλων των αρχών του 19ου αιώνα, του Ignaz Moscheles, του Carl Czerny, του Μuzio Clementi κι από κοντά ο Art Tatum, ο δακρύβρεχτος συναισθηματισμός του Charlie Chaplin και η Οπερα (!), μια φαντασμαγορική επίδειξη από φτηνιάρικες συγκινήσεις που όμως παρελαύνουν παιγμένες τόσο σοβαρά που είναι αδύνατον να μη σε καθηλώσουν. Παράκεντρες bluesy μπασογραμμές που θυμίζουν τον W.C. Handy και τον Earl Hines παραπαίουν και σχεδόν τρεκλίζουν πριν διαλυθούν σε αλληλουχίες από αστραφτερές τρίλιες. Το παίξιμό του είναι ορμητικό και σχεδόν κυματοειδές. Μοιάζει αναποφάσιστο καθώς ξεχύνεται σε παλαβές burlesque και αλλάζει γνώμη συνέχεια: διακωμωδεί τις μελωδίες και στη συνέχεια τις παρωδίες τους, επεξηγεί και σχολιάζει, τραυλίζει και τραγουδά. Γεμάτο κρουσιφλεγείς γδούπους, παίζει με τις κακοφωνίες και η ρυθμική του γλώσσα είναι απίστευτα ελαστική και ευλύγιστη. Ο Solal είναι στον αντίποδα των ρυθμικών ραψωδών τύπου Keith Jarrett που αρέσκονται στις μακροσκελείς σουίτες: είναι πολύ πιο δύσκολο να τον παρακολουθήσεις, η δεξιοτεχνική του βιρτουοζιτέ είναι σε εξωπραγματικό επίπεδο και γενικώς θυμίζει εκείνους τους ζωγράφους που δεν τους αρέσουν οι μεγάλοι καμβάδες: που προσπαθούν να στριμώξουν όσο περισσότερη λεπτομέρεια μπορούν σε μικρών διαστάσεων πίνακες. 3 έως 5 λεπτά διαρκεί κάθε κομμάτι εδώ και είναι γεμάτο από joie de vivre, δαψιλή χάρη και πρωτοφανή συσσωρευμένο πλούτο.
Εκπληκτικό άλμπουμ, από τα καλύτερα που κυκλοφόρησαν μέσα στη χρονιά που μας πέρασε (12/2008), για πεπαιδευμένους και προσεκτικούς ακροατές.