- 17 June 2006
- 14,350
“Το κονσέρτο Jeunhommes είναι ίσως το πιο γεμάτο από εκπλήξεις, το πιο μοναδικό ανάμεσα στα έργα του Μότσαρτ” μας λέει ο Alfred Einstein. “Τίποτα από αυτά που είχε κάνει ο δημιουργός του μέχρι τότε, δεν στάθηκε ικανό να προϊδεάσει, να προετοιμάσει το κοινό, για ένα τόσο μνημειώδες έργο, ένα έργο στο οποίο είναι ο εαυτός του, περισσότερο απ ότι σε οποιοδήποτε άλλο, στα πλαίσια της απέραντης εργογραφίας του.
Σε ολόκληρη την πολιτιστική μας κληρονομιά υπάρχουν λίγα παρόμοια έργα τόσο γεμάτα από νεανικό σφρίγος και, ταυτόχρονα, από τέτοια αδιανόητη ωριμότητα. Εργα από μεγάλους μαίτρ, όπως ´Ο ιερός και βέβηλος έρως´ του Τιτσιάνο, ο ´Βέρθερος´ του Γκαίτε, η ´Eroica´ του Μπετόβεν. Το κονσέρτο ´Jeunhommes´ είναι η ´Eroica´ του Μότσαρτ”.
Το κονσέρτο ´Jeunhommes´ είναι το 9ο κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Μότσαρτ, Κ.271. Το έγραψε στα 21 του για τη δεσποινίδα Jeunhommes ή Jenomy όπως άρεσε στον ίδιο να την αποκαλεί. Είναι ένα έργο που δεν επιχειρεί να κερδίσει το κοινό όντας αρεστό με την καλλιέπεια, την γλαφυρότητα και τις γοητευτικές μελωδίες του αλλά, κύρια, με όπλα την πρωτοτυπία και την επινοητικότητά του, το θάρρος και την τόλμη του, μια ακραία, γοητευτική αυθάδεια που αγγίζει τα όρια της ξετσιπωσιάς. Σύμφωνα με τους μουσικολόγους, ακόμη κι ο ίδιος δεν κατάφερε να το ξεπεράσει ποτέ.
Θεωρείται το απαύγασμα της συμμετρίας προς την οποία έτεινε επί αιώνες το μπαρόκ και μαζί η πραγματική απαρχή του Συμφωνικού στιλ, με κάθε ορχηστρική του λεπτομέρεια τέλεια επεξεργασμένη και την ενδόμυχη σχέση σολίστ και ορχήστρας φτασμένη στο απόγειό της. Φαινομενικά είναι ένα έργο απλό που δεν προβάλει ιδιαίτερες απαιτήσεις για τον πιανίστα. Αυτός οφείλει να παίξει τις νότες του σωστά χωρίς τρελούς δακτυλισμούς και βεβιασμένα δεξιοτεχνικά πυροτεχνήματα που εντυπωσιάζουν τους ακροατές. Στην πραγματικότητα, το έργο είναι από τα πιο δύσκολα του ρεπερτορίου αν κάποιος θελήσει να το αποδώσει σωστά. Ενα μοντέλο εφευρετικότητας και απύθμενου θράσους, πραγματεία πάνω στην τρομαχτική ρυθμική ποικιλία, καθώς τα tempi σ ένα τρελό γαϊτανάκι αλληλοδιαδέχονται το ένα το άλλο με μια απίστευτη για την εποχή της Λογική, μια φυσικότητα και χάρη που κάνουν το μυαλό να σταματάει. Το πιάνο συμπεριφέρεται σαν κέρατο βερνικωμένο: σπεκουλάρει πάνω στα tutti και δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω. Σχολιάζει, αντιπαρατίθεται, αυθαδιάζει και τραγουδάει, πιάνει θέματα που τα φωτίζει από κάθε δυνατή γωνία, τα πετάει και στη θέση τους βάζει συνέχεια καινούργια, παίζει σαν αγύρτης με τις αρμονικές παραφωνίες που τις μεταμορφώνει μαγικά σε εκπληκτικής ομορφιάς χρωματικά στολίδια. Οσο το ακούς σου δημιουργείται η εντύπωση πως ο Μότσαρτ χρησιμοποιεί όλα αυτά τα υπέροχα επί μέρους σαν μελωδικό υλικό για ένα Ολον που λανθάνει στο παρασκήνιο και χτίζεται σιγά σιγά εκεί, μπροστά στα μάτια σου. Είναι απίστευτα στιβαρό και ανθεκτικό καθώς ο σολίστ και η ορχήστρα το περνούν συνέχεια από 40 κύματα κλιμακώνοντας ακατάπαυστα την ένταση.
Ο Einstein αλλά και πολλοί κατοπινοί μελετητές του Μότσαρτ “θρηνούν” που δεν περισώθηκε ούτε μία εικόνα αυτής της αινιγματικής δεσποσύνης Jenomy: θα ήθελαν να γνωρίζουν περισσότερα για αυτή τη θρυλική φιγούρα που ενέπνευσε στον Αμεντέο ένα τέτοιο Αριστούργημα.
Perahia και Brendel έχουν δώσει εξαιρετικές εκδοχές αυτού του συγκλονιστικού κονσέρτου.
Αλλά όποιος δεν το έχει ακούσει με τη μεγάλη Clara Haskil, κατά την ταπεινή μου γνώμη, απλά Δεν το έχει ακούσει.
Πηγές: Alfred Eistein: Mozart – His Character, His Work (Oxford University Press)
Charles Rosen: The Classical Style (Faber & Faber)