"Ναί, την αγαπούσα τη θάλασσα! Την έβλεπα νά απλώνεται απ' τ' ακρωτήρι ως πέρα, πέρα μακριά, να χάνεται στα ουρανοθέμελα σαν ζαφειρένια πλάκα στρωτή, βουβή, και πάσχιζα να μάθω το μυστικό της. Την έβλεπα, οργισμένη άλλοτε, να δέρνει με αφρούς τ'ακρογιάλι, να καβαλικεύει τα χάλαρα, να σκαλώνει στις σπηλιές, να βροντά και να ηχάει, λες και ζητούσε να φτάσει στην καρδιά της γής για να σβήσει τις φωτιές της. Κι έτρεχα μεθυσμένος να παίξω μαζί της, να τη θυμώσω, να την αναγκάσω να με κυνηγήσει, να νιώσω τον αφρό της απάνω μου, όπως πειράζουμε αλυσοδεμένα τ' αγρίμια".
"H Θάλασσα" είναι ενα σύνολο εικόνων από την θαλασσινή ζωή, ιδωμένες με ελληνικά μάτια από έναν συνθέτη που διέπρεψε στο εξωτερικό και δεν εκτιμήθηκε στην χώρα μας παρά μόνο μετά τον θάνατό του.
Ο Νίκος Σκαλκώτας, γεννημένος στην Χαλκίδα στα 1904, σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και σύνθεση στο Βερολίνο με τον Arnold Schoenberg όντας ένας από τους λίγους μαθητές του που έγιναν συνθέτες. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1933 όπου συνάντησε μένος και πολεμική απέναντι στον νεωτεριστικό τρόπο γραφής του. Κλεισμένος στον εαυτό του συνέχισε να συνθέτει υποστηριζόμενος από μικρό κύκλο γνωστών και φίλων. Στα 1945 παντρεύτηκε την Μαρία Παγκαλή, ενω στα 1949 συνέθεσε την Θάλασσα μετα από παραγγελία της Πολυξένης Ματέυ Ρουσσοπούλου, χορογράφου και φίλης του. Η αρχική ιδέα περιλάμβανε ένα μπαλέτο με θέμα την Γη και την Θάλασσα. Εν τέλει, το έργο γράφτηκε σε δυο μέρη με το πρώτο να ονομάζεται "Φθινοπωρινές εικόνες" και το δεύτερο "Η Θάλασσα".
Από τις πρώτες κιόλας συγχορδίες της "Εισαγωγής", η Θάλασσα προβάλει ως πόθος μακρινός, ως πρόκληση κι ως εικόνα μοιραία. Σαν ένας φόβος κι απειλή μ' όμορφο περιτύλιγμα ελκυστικά μισανοιγμένο, σαν ικανοποίηση κι απογοήτευση μαζί. Ταυτόχρονα όμως, γεμάτη λεβεντιά κι ανδρεία στον γρήγορο χορό που ακολουθεί το εναρκτήριο θέμα της Εισαγωγής και την ολοκληρώνει. Οι ρυθμικοί αρπισμοί "Στην ακρογιαλιά" περιγράφουν γλαφυρά ένα ήσυχο κύμα: ίσως την γοητευτική Θάλασσα, αυτήν που με λαχτάρα μικρού παιδιού περιγράφει ο Καρκαβίτσας. Κι εδώ όμως οι μελωδίες έχουν κάποιο κρυμμένο μυστήριο, μοιάζουν να πλέουν σε μια γαλήνια επιφάνεια πάνω από έναν άγνωστο βυθό. Η άλλη πλευρά της γητεύτρας θάλασσας παρουσιάζεται στον "Χορό των κυμάτων": μελωδίες γεμάτες ορμή από τα έγχορδα φτιάχνουν ένα στρώμα πάνω στο οποίο "αφρίζουν" τα θέματα των κυμάτων από χάλκινα και ξύλινα πνευστά.
"Ο ουρανός συγνεφοσκεπασμένος, η θάλασσα μαυριδερή, μ' ενα ελαφρό τρέμουλο, σα να είχε ανατριχίλα. Πρώτη φορά που είδα φοβισμένη τη φιλενάδα μου ... Γυρίζω. Οι ναύτες είχαν κατέβει. Εγώ, αγκαλιασμένος καλά στο κορζέτο, ξεχάστηκα κοιτάζοντας το θάμα".
Ισως γι αυτό ο Σκαλκώτας χρησιμοποιεί την φόρμα του χορού στα Κύματα... Γιατί για τον γητεμένο της Θάλασσας είναι "θάμα", άξιο προσοχής και θαυμασμού τόσο που θαρρεί οτι οι κινήσεις του έχουν ρυθμό. Αυτό που γι αλλους είναι απειλή, είναι για 'κείνον απόλαυση. Στην "Τράτα" η νωχελική κίνηση των διχτυών δίνεται μ'ενα "ανατολίζον" θέμα που κίνειται στο ρυθμικό μοτίβο που υπαγορεύουν έγχορδα και κρουστά. Παρατηρήστε στο 01:30 μια πανεμορφη επεξεργασία του θέματος της Εισαγωγής, δείγμα του ότι ο Σκαλκώτας είχε καταδυθεί στην ουσία της δημοτικής μουσικής δεν την περιλάμβανε απλώς στο έργο του.
Ο χορός των Μικρών Ψαριών χαρακτηρίζεται κυρίως από τις χιουμοριστικές μελωδίες του κλαρινέτου και των ξύλινων πνευστών και τον συγκεκομένο ρυθμό, σαν τις ακανόνιστες και μικροσκοπικές βουτιές των κοπαδιών της αθερίνας. Aκολουθεί δεύτερος χορός εμπνευσμένος από τα δελφίνια γραμμένος σε δυο θέματα: ένα εύθυμο, που ίσως αναφέρεται στις κινήσεις τους ή τον τρόπο που οι άνθρωποι τις ερμηνεύουν, κι ενα 'σοβαρότερο' που μελωδικά και οργανικά θυμίζει το θέμα των Κυμάτων. Ισως αυτό το δεύτερο να αναφέρεται στην αλτρουιστική συμπεριφορά των δελφινιών στον άνθρωπο.
Τα επόμενα μέρη του έργου("Νυχτερινό", "Προετοιμασία της γοργόνας", "Χορός της γοργόνας", "Από τον Μύθο του Μεγ. Αλεξάνδρου" "Φινάλε") βασίζονται αποκλειστικά σε μελωδίες του Σκαλκώτα, σε αντίθεση με τα πρώτα που αντλούν υλικό απο αυθεντικες δημοτικές μελωδίες. Είναι σαφώς πιο κοντά στο δυτικό ύφος αυτά τα κομμάτια, αυτό
όμως δεν αναιρεί σε τίποτα την ελληνική τους προέλευση. Άλλωστε, κατά τον Σκαλκώτα "ελληνική μουσική" μπορούσε να γραφτεί και χωρίς "ελληνικά θέματα" και το αντίστροφο. Δεν ήταν ο σκοπός του να συμπεριλάβει ελληνικές μελωδίες στα έργα του, αλλά να χρησιμοποιήσει την ελληνική παραδοσιακή μουσική ως έμπνευση, σκοπός πολύ πιο δυναμικός από αυτόν των συνθετών που απαρτιζαν την Εθνική Σχολή(Καλομοίρης κλπ).
Τα αποσπάσματα σε πλάγια γραφή είναι από τα Λόγια της Πλώρης του Α. Καρκαβίτσα.