Κολλημένη με την Πρωτοπορεία

17 June 2006
14,350
CARLA_BLEY.tif.big.jpg


Χάρηκα πολύ που ξαναείδα στα δισκοπωλεία το “Escalator Over The Hill”. Τώρα κυκλοφορεί σαν διπλό CD. Παλιά, ήταν ένα κουτί που περιείχε 3 LPs με συνολική διάρκεια πάνω από 2 ώρες. Πέταγες περίπου το μισό κι αυτό που απέμενε ήταν ένα Αριστούργημα με όλη την έννοια της λέξης. Μεγαλείο. “Τζάζ όπερα” το χαρακτήριζαν, τίτλος που, ουσιαστικά, δεν έλεγε τίποτα για αυτό το απροσμέτρητα φιλόδοξο και χαοτικό έργο, ένα διαμάντι που “χάλασε” στην επεξεργασία: ήταν γεμάτο με ρεσιτατίβα - τα μέρη που, στην ακρόαση της όπερας, τα προσπερνάς σήμερα πατώντας το skip button. Το “Escalator…” ήταν για μένα μέσα στα 5 ή 6 άλμπουμ που μου καθόρισαν Ποια ήταν η έντεχνη μουσική στη δεκαετία του ’70. Μαζί, τότε, με το “Third” των Soft Machine, το “Rock Bottom” του Robert Wyatt, το “Pretzel Logic” των Steely Dan, το “For The Roses” της Joni Mitchell, τους Can και τους Magma.
To “Escalator…” βέβαια ήταν πολύ πιο φιλόδοξο και ελιτίστικο από όλα τα υπόλοιπα: ίσως η πρώτη μου επαφή με τη σύγχρονη avant-garde. Βαρύ, παραφορτωμένο, παραληρηματικό και αδιαπέραστο, ήταν μια πόρτα σε άλλους κόσμους. Η ψυχή σου πήγαινε στο παζάρι και έβρισκε ένα πανηγύρι, έκθεση μεγάλης κλίμακας και σταυροδρόμι όπου συναντιόνταν κάθε λογής καλλιτεχνικά ρεύματα (μινιμαλισμός, πειραματικές ηλεκτρονικές μουσικές, free jazz, ροκ, έθνικ, ο Mingus, ο Zappa, οι Beatles του “Within You Without You”, o Stockhausen, o υπερβατικός διαλογισμός, οι ανατολίτικοι δρόμοι και μελωδίες που έμοιαζαν να έχουν βγεί από το βαριετέ του Kurt Weil). Εντυναν κάτι περίεργες πρόζες του Paul Haines που έμοιαζαν να έρχονται από ένα άλλο, παράλληλο σύμπαν, κάπου ανάμεσα στο όνειρο και στον εφιάλτη.
Το project, κατά τη διεκπεραίωσή του, χρησιμοποιούσε ένα γαλαξία από “αστέρια”, την αφρόκρεμα της έντεχνης σκηνής της εποχής: Jack Bruce, Don Preston, John McLaughlin, Gato Barbieri, Linda Ronstadt, Michael Mantler, Leroy Jenkins, Roswell Rudd, Charlie Haden, Jimmy Lyons, Paul Motian είναι κάποιοι από το αστραφτερό cast. Το άλμπουμ τιμήθηκε με διάφορα βραβεία στην εποχή του αλλά, κατά κάποιο περίεργο τρόπο, φαινόταν ημιτελές. Ανεκπλήρωτο. Σου δημιουργούσε μια αμφιθυμία: κάτι παραπάνω από το μισό άγγιζε το ιδιοφυές αλλά παρεμβάλλονταν οι πρόζες μαζί με διάφορες πρακτικές που θεωρούνταν πρωτοποριακές εκείνη την εποχήΠ: σε έκοβαν “πάνω στο καλύτερο” και σε ξενέρωναν αμετάκλητα. Και μετά έρχονταν άλλες ιδιοφυείς στιγμές που σε τράβαγαν απ το μανίκι. Συγκλονιστικές στιγμές/ψήγματα με σαξόφωνα που έμοιαζαν σαν να αγωνίζονται να γεννηθούν άρθρωση που φαινόταν να ακολουθεί μια καινούργια, αποκλειστικά δική της, γραμματική και συντακτικό. Και …φτού κι απ την αρχή.
Ετσι όπως το βλέπω σήμερα, η δημιουργός του προσπάθησε να φτιάξει ένα ατμοσφαιρικό έργο που να είναι πολύ περισσότερο από μουσική: ένα ακρόαμα που να ενσωματώνει στους κόλπους του πολλές συνιστώσες πρωτοποριακής καλλιτεχνικής έκφρασης και θυμίζει τις δημιουργίες του Βάγκνερ ή του Αϊζενστάϊν. Αυτό που μένει είναι ένα Αριστούργημα που ξαστόχησε. Που κάπου στα μισά, έχασε το δρόμο του. Μνημείο αμετροέπειας και απύθμενου θράσους και φόρος τιμής στην Υψηλή Καλλιτεχνία, παραμένει Μεγαλειώδες και Ανεκτίμητο όπως και να’χει.

Ευτυχώς, 3 μόλις χρόνια μετά (1974), ήρθε από την ίδια το “Tropic Appetites”. Ένα άλμπουμ σφιχτό που έμοιαζε να επιτυγχάνει σε όλα όσα απέτυχε το “Escalator…”.
Τα κρατώ και τα δύο. Μαζί με τα “Musique Mecanique”, “Fleur Carnivore” και “The Lost Chords”. 5 άλμπουμ μοναδικά, καθένα με τον τρόπο του. Νομίζω πως δεν χρειάζομαι άλλη Carla Bley.
 

caerbannog

Established Member
7 May 2008
290
Είναι ημιτελές και ανολοκλήρωτο. Η ηχογράφηση (στο λόφο) δεν τελείωσε ποτέ διότι τους έκαναν έξωση από το στούντιο που στήθηκε για να φιλοξενήσει την τεράστια ορχήστρα. Οι σολίστες παρέλαυναν επί τριήμερο σε ένα ζωντανό μονοκόμματο σέσσιον. Ήταν το πιο φιλόδοξο πρότζεκτ της Μπλέυ και αξίζει να δει κανείς τις φωτογραφίες και τα ταινιάκια από την ηχογράφηση για να καταλάβει το χάος μέσα από το οποίο ξεπήδησε ο δίσκος.