O σαλπιγκτής .

Tasos_Th

Supreme Member
5 September 2006
3,060
Goteborg, Vastra Gotaland, SVERIGE
584870_356x237.jpg


Ο Chuck ( Charles Frank ) Mangione , εδώ και πολλά χρόνια μας έχει προσφέρει εκπληκτικές μουσικές γεμάτες ενέργεια και συναισθήματα , με τον ίδιο να παίζει σάλπιγγα ( Flugelhorn ) και να έχει συνεργαστεί με ονόματα σταθμούς της Jazz.

Γεννημένος το 1940 στο Rochester της Nέας Υόρκης ο Mangione είχε την τύχη να μεγαλώσει σε μια οικογένεια που υποστήριξε τις επιλογές των παιδιών της και τους προσέφερε τα καλύτερα εφόδια για την ανάπτυξη του ταλέντου τους . Κι ο ίδιος αλλά και ο αδερφός του είχαν την τύχη να ακούσουν και να γνωρίσουν σημαντικότατες μουσικές φυσιογνωμίες της εποχής. Και οι δύο ξεκίνησαν με μαθήματα πιάνου αλλά τελικά ο Chuck επέλεξε την τρομπέτα και κατόπιν το flugelhorn.

Για να κατανοήσει κάποιος το μέγεθος της " τύχης " του Mangione, αρκεί να παραθέσουμε τα ονόματα των μουσικών που παρευρέθησαν στο σπίτι του, δείπνησαν με την οικογένειά του και έπαιξαν μουσική στο σαλόνι του.
Dizzy Gillespie, Art Blakey, Kai Winding, Jimmy Cobb, Sam Jones, Junior Mance, Canonball Adderley, Ronnie Zito και Ron Carter είναι μερικοί απο αυτούς που παρέλασαν απο το πατρικό του και σημάδεψαν και τον ίδιο τόσο καλλιτεχνικά όσο και ανθρώπινα.
Ο ίδιος όμως έτρεφε μια ιδιαίτερη συμπάθεια στον Gillespie που τον θεωρούσε ίνδαλμά του και κύρια επιρροή στη μουσική του.


Στο λύκειο ο Chuck συνέχισε τις σπουδές του στη μουσική, στο προπαρασκευαστικό τμήμα του Eastman School of Music . Εκείνη την περίοδο άρχισε να παίζει επαγγελματικά με τον αδερφό του Gap και το 1958 σχηματίζουν μαζί ένα κουιντέτο με το όνομα The Jazz Brothers με τους οποίους παρέμεινε μέχρι το 1964. Η μπαντα των αδερφών Mangione έπαιζε mainstream jazz ή "neo-bebop" σύμφωνα με τον Gap. Oι υπόλοιποι πέρασαν απο τη μπάντα ήταν οι Sal Nistico, Roy McCurdy, Jimm Garrison, Steve Davis και Ron Carter. Ηχογράφησαν μάλιστα και 3 άλμπουμς με την Riverside, τα " Τhe Jazz Brothers " , " Hey Baby " και " Spring Fever " ενώ ο Chuck έκανε και μια προσπάθεια μόνος του με το άλμπουμ Recuerdo στην Jazzland Records.

Άφησε όμως την μπάντα όταν χρειάστηκε να αρχίσει τις σπουδές που θα τον οδηγούσαν στο Bachelor στη μουσική το οποίο απέκτησε το 1963 , μένοντας όμως με την πικρία οτι στη σχολή αυτή δεν υπήρχε τίποτα απο jazz. Παρόλα αυτά, εκείνη την περίοδο συνέβησαν αρκετά γεγονότα που θα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην μελλοντική εξέλιξή του, όπως η στροφή απο την τρομπέτα στο flugelhorn, όπου λόγω ανάγκης πλήρωσης του κενού επέλεξε να παίξει εκείνος και τελικά βρήκε το όργανο που τον εξέφραζε περισσότερο απο οτιδήποτε με τον βαθύτερο και πιο γλυκό ήχο του.
Ένα άλλο σημαντικό γεγονός ήταν το ότι του ζητήθηκε να συνθέσει ένα ορχηστρικό κομμάτι με jazz προσανατολισμό για την αποφοίτησή του κι έτσι δημιουργήθηκε το Feel of a Vision.
Μετά την αποφοίτησή του , δίδαξε για ένα χρόνο μουσική στο Rochester και το 1965 αποφάσισε να μετακομίσει στην Νέα Υόρκη και να δοκιμάσει την τύχη του, καταφέρνοντας να συνεργαστεί με τις μπάντες των Maynard Ferguson και Kai Winding.
Στα τέλη του 1965 συνεργάστηκε με τον Art Blakey και τους Jazz Messengers
αναλαμβάνοντας την θέση του τρομπετίστα απο την οποία πέρασαν σημαντικότατοι καλλιτέχνες όπως ο Clifford Brown, o Κenny Dorham, o Bill Hardman, o Lee Morgan και ο Freddie Hubbard.
Εκείνη την εποχή το σεξτέτο του Blakey με τους Freddie Hubbard , Curtis Fuller και Wayne Shorter είχε "διαλυθεί" και ο Blakey έστησε ένα νέο κουιντέτο με τον Mangione, τον Keith Jarret και αργότερα τον Chick Corea.
Ο Mangione παρέμεινε στους Jazz Messengers για δυόμιση χρόνια περίπου και ηχογράφησε μαζί τους στην Limelight Records. Οι επιρροές που δέχθηκε απο τον Blakey και την παρέα του ήταν τεράστια, o "hard-bop" ήχος με τα έντονα λάτιν και αφρικανικά ρυθμικά στοιχεία είναι εμφανής στην μουσική του Mangione.
 
Last edited:

Tasos_Th

Supreme Member
5 September 2006
3,060
Goteborg, Vastra Gotaland, SVERIGE
Το επόμενο μεγάλο βήμα στην εξελικτική πορεία του Mangione ήταν η επιστροφή του στο Rochester , όπου για κάποιο διάστημα έγραφε τα τραγούδια των Outsiders ένα ροκ συγκρότημα του Cleveland που είχε συμβόλαιο με την Capitol. Mετά την διάλυση του συγκροτήματος ο Mangione στράφηκε στην διδακτική της μουσικής και δίδαξε μουσική στο Hochstein School of Music του Rochester. Οι προσπάθειες του επικεντρώθηκαν στην προώθηση της jazz στον χώρο της μουσικής εκπαίδευσης και τελικά αφού οργάνωσε την πόλυ και την περιοχή γενικότερα με μαθήματα και μικρά σχήματα , επέστρεψε στο Eastman School of Music αυτήν την φορά όμως ως διδακτικό προσωπικό και διευθυντής του jazz σχήματος της σχολής.

Eastman School of Music το 1968, όπου ανέλαβε τη θέση του διευθυντή του jazz συνόλου της σχολής.
Το 1969 ο ίδιος ήθελε να ακούσει μουσική γραμμένη απο τον ίδιο, κι έτσι κατέληξε σε μια συναυλία με το όνομα Kaleidoscope όπου όπως και με το Feell of a vision , είχαμε μουσική γραμμένη για ορχήστρα και σολίστες. Προσέλαβε 30 μουσικούς και κατάφερε μια συναυλία επιτυχημένη μουσικά αλλά αποτυχημένη εμπορικά , πράγμα που δεν τον πτόησε. Αντιθέτως του δόθηκε η ευκαιρία - πρόσκληση να πραγματοποίησει μια συναυλία στο Eastman Theater στις 9 Μαΐου του 1970 , με το όνομα Friends and Love , η οποία ήταν και μουσικά επιτυχημένη αλλά και εμπορικά αφού ήταν sold out.Η επιτυχία αυτή οδήγησε στην υπογραφή συμβολαίου με την Mercury και την κυκλοφορία της ηχογραφημένης συναυλίας , με το κομμάτι " Hill where the lord hides" να είναι υποψήφιο για το Grammy καλύτερου ορχηστρικού κομματιού το 1971.
Αμέσως μετά το Friends and love , ακολούθησαν δυο ακόμη συναυλίες , "Freddie's Walkin" και "Together" με το δέυτερο να ηχογραφείται ζωντανά και να αναμεταδίδεται σε ολόκληρη την χώρα . Αφου λοιπόν είχε ήδη δημιουργήσει το κουαρτέτο του το 1969 ηχογράφησε κι ένα στούντιο άλμπουμ The Chuck Mangione Quartet, κέρδισε την υποψηφιότητα για το Grammy καλύτερης jazz εμφάνισης απο μικρή μπάντα.
Το καλοκαίρι του 1972 το κουαρτέτο δέχτηκε την πρόσκληση απο το διεθνές φεστιβάλ jazz του Montreaux και συνέχισε με μερικές εμφανίσεις στο Ronnie Scott's στο Λονδίνο. Με την επιστροφή τους στις Η.Π.Α κυκλοφορούν αμέσως το Alive τον Αύγουστο του 1972.
Το 1973 κυκλοφορεί ένα απο τα δημοφιλέστερα άλμπουμ του, The Land of make believe με την Hamilton Philharmonic Orchestra στο Massey Hall του Τορόντο. Και αυτό το άλμπουμ κέρδισε 2 υποψηφιότητες για βραβεία Grammy με αποτέλεσμα την πρώτη τηλεοπτική εμφάνιση του Mangione. Το 1974 ο Μangione εμφανίστηκε ως καλεσμένος στην εκομπή του Merv Griffin όπου έπαιξε την ολοκληρωμένη εκδοχή του Land of make believe.
Η συνέχεια ήταν η υπογραφή συμβολαίου με την A&M Records με την οποία είχε δύο εκπληκτικές κυκλοφορίες.
Το 1975 κυκλοφόρησε το Chase the clouds που ήταν κι αυτό υποψήφιο για Grammy και χαρακτηρίστηκε ώς ο πιο ελπιδοφόρος άνδρας καλλιτέχνης της jazz. O δίσκος αποτέλεσε την μουσική υπόκρουση κατα τις τηλεοπτικές μεταδόσεις των Ολυμπιακών αγώνων του 1976.
Ακολούθησε το Bellavia , αφιερωμένο στη μητέρα του και το οποίο μετά απο το οποίο μετά απο 7 υποψηφιότητες , χάρισε στον Mangione ενα βραβείο Grammy έχοντας αντιμετωπίσει ονόματα όπως οι Earth Wind and Fire, Chick Corea, Stevie Wonder, Quince Jones και Henry Mancini.
 

Tasos_Th

Supreme Member
5 September 2006
3,060
Goteborg, Vastra Gotaland, SVERIGE
Φτάνουμε στο 1977 όπου το πιο επιτυχημένο άλμπουμ του Mangione είναι πραγματικότητα. Το Feels so Good εκτοξέυει την δημοτικότητα του και γίνεται χρυσός, πλατινένιος και διπλά πλατινένιος. Ο ίδιος μιλά για έναν δίσκο που ξέφευγε απο τις φόρμες του παρεθόντος και ήταν πιο χαλαρός και λιγότερο δομημένος . Μετά ακολούθησε το Children of Sanchez ( 1978 ) μουσική γραμμένη για την ομώνυμη ταινία. Ήταν η αιτία να κερδίσει το δέυτερό του Grammy καθώς και μια χρυσή σφαίρα.
Στα τέλη της δεκαετίας του 70 , ο Mangione γίνεται παγκόσμια γνωστώς και η επιτυχία του είναι τεράστια.Για δέυτερη φορά η μουσική του γίνεται θέμα Ολυμπιακών αγώνων και παίζεται ζωντανά στην τελετή λήξης το 1980. Απο το 1978 και μετά το ονομά του μοστράρει παντού, περιοδικά όπως το Rolling Stone και το Playboy περιέχουν συνεντέυξεις του και ο ίδιος έχει μαζέψει ένα σωρό τίτλους όπως Jazz καλλιτέχνης της χρονιάς και άλλους.
Το 1980 σε μια προσπάθεια οικονομικής ενίσχυσης των πληγέντων απο τον σεισμό στην Ιταλία έδωσε μια 8ωρη συναυλία με θρύλους της jazz όπως ο Gillespie και ο Corea.
H επόμενη εταιρεία που ενέταξε στο δυναμικό της τον Μangione ήταν η Columbia με την οποία κυκλοφόρησε τα Love notes, Journey to a rainbow, Disguise και Save tonight for me.
To 1989 κυκλοφόρησε 2 δύο ζωντανά ηχογραφημένα άλμπουμς , "The boys from Rochester" με τους Steve Gad , Gap Mangione, Joe Romano και Frank Pullara καθώς και το διπλό Chuck Mangione live at the Village Gate. Mετά απο αυτές τις κυκλοφορίες σταμάτησε τις παραγωγές και τις εμφανίσεις του μέχρι το 1994 όπου ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Gillespie ο Mangione ξαναμπήκε στο παιχνίδι με δυο νέα άλμπουμς και πολλές εμφανίσεις σε νυχτερινά στέκια. Επίσης δημιούργησε ένα ίδρυμα προς τιμήν του πατέρα του Papa Mangione και του μουσικού του μέντορα Dizzy Gillespie στο Rochester School of the Arts.

Συνεχίζει ακόμη να ηχογραφεί, υπο την σκεπή της Chesky....


Δισκογραφία

Περισσότερα για τον καλλιτέχνη :

Official Website
Wikipedia
Official fan's website
 

supersonic

Μέλος Σωματείου
17 June 2006
49,350
εγώ το μόνο που θα πω είναι ότι το children of Sanchez θεωρείται πολύ καλό τεστ ηχείων και συνοδών...
 
19 June 2006
8,661
Δυστυχώς ο Μήτσος έχει δίκιο. Όπως και τον καημένο Μασακέλα.
Μόνο για την ανέραστη δεν έχω πρόβλημα.
Ωραία παρουσίαση Τάσο thanks.