Σκωτσέζικο ντούς

17 June 2006
14,350
backhs.jpg


Ολοι αυτοί οι ημιμαθείς, που θεωρούν ότι η κλασσική είναι η μουσική των “καλλιεργημένων” και των …ανώτερων υπάρξεων, καλά θα έκαναν να ακούσουν τη Σονάτα για πιάνο νο. 18, Op. 31/3 του Beethoven. Την είχα ακούσει σε μιά καταπληκτική εκτέλεση, με τον Lazar Berman, σ ένα παληό βινύλιο της CBS και νόμιζα ότι τα ξέρω όλα γι αυτήν. Αλλά ο Δαμιανός μου την έδοσε, πριν λίγες μέρες, στην καλύτερη εκδοχή της που άκουσα ποτέ, με τον Wilhelm Backhaus.

Η Σονάτα νο. 18, Op. 31/3 είναι από τις παραμελημένες του μεγάλου Γερμανού: δεν θα τη βρείτε ποτέ σε ...αντιπροσωπευτικές ανθολογίες, που δειγματίζουν τη μουσική του για το πιάνο. Αλλά οι τυχεροί που θα καταδυθούν μέσα της, θα διαπιστώσουν πως, στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα πρότυπο ...Σκωτσέζικου ντούς: έχεις την εντύπωση πως, μπροστά σου, βρίσκεται ένα λιοντάρι σε κλουβί, που προσπαθούν να το εξημερώσουν με το κνούτο. Κάτω από το κλασσικό γυαλιστερό βερνίκι, ελλοχεύουν κάθε λογής δαίμονες. Οι θυμικές εναλλαγές της, σου κόβουν την ανάσα: από τη μιά η παγερή αρχιτεκτονική της, αποθέωση της λογικής, με τους δαίδαλους των παραλλαγών τέλεια δομημένους, σχεδόν υπνωτικούς – κι από την άλλη, μέσα από τις ένθετες εσωτερικές φωνές, μέσα από τη δυναμική κινητικότητα και το ελλειψοειδές θεματικό πήγαινε-έλα, ξεπηδάει ένα διάπυρο πάθος απτό, φαινομενικά υπό καταστολή αλλά που σε ζεματάει, όντας απίστευτα εκφραστικό. “Ενας Beethoven “επαναστατικός”, εξερευνητής του ύστερου Haydn (Συμφωνίες νο. 88, 97, 99 και κουαρτέτα op. 77)” αποφάνθηκαν οι μελετητές.
O Wilhelm Backhaus θεωρείται πιανίστας της παλαιάς σχολής. Οι Αγγλοσάξωνες τού κόλλησαν το παρατσούκλι ζωντανός μετρονόμος για την τεχνική του που σε αφήνει άναυδο, υπονοώντας ίσως και κάποια ψυχρότητα στην εκφορά του. Αυτό που ακούω εγώ, είναι μιά εκπληκτική οικονομία πάθους, μιά άρθρωση μαργαριταρένια και μαζί αιχμηρή, ένα αριστερό χέρι νευρικό αλλά με ακρίβεια μικρογραμμάριου κι ένα δεξί που προσδίδει στο έργο μιά θεατρικότητα εξαιρετικά σπάνια.

Αυτό που αγαπώ πάνω απ όλα στην πιανιστική φιλολογία, είναι η απουσία οριστικών εκδοχών: το έργο δεν ηχεί ποτέ ίδιο την επόμενη φορά – ακόμη κι από τον ίδιο εκτελεστή.
Αλλά νιώθω πως, η ερμηνεία του Backhaus, με καλύπτει απόλυτα προς το παρόν.
 
315816508_d3990c3f17_o.jpg


Ο Μπάκχαουζ, κάποτε θρύλος του πιάνου, έχει στις μέρες μας σχεδόν λησμονηθεί. Μαθητής του ντ' Αλμπέρ, γνώρισε τον Μπραμς, όπου έπαιξε μάλιστα και ενώπιον του και έγινε παγκόσμια γνωστός όταν το 1905 κέρδισε το διεθνή διαγωνισμό Άντον Ρουμπινστάιν, αφήνοντας δεύτερο το Μπέλα Μπάρτοκ.

Τα χρόνια εκείνα θεωρήθηκε σχεδόν μοντερνιστής, εισάγοντας ένα 'αντικειμενικό' ερμηνευτικό ύφος, απαλλαγμένο από φιοριτούρες και ακροβασίες δεξιοτεχνίας, στον αντίποδα διάπυρων απόστολων του ρομαντισμού, όπως ο Αλφρέντ Κορτώ. Η εκπληκτική τεχνική του έκανε τους συγχρόνους του να τον χαρακτηρίσουν ως λέοντα του πιάνου.

Μακροσκοπικά η βιογραφία του αποτελεί το υπόδειγμα του αφοσιωμένου, μονομανούς καλλιτέχνη. Εγκατέλειψε έγκαιρα τη Γερμανία για την Ελβετία όταν άρχισαν να σφίγγουν τα πράγματα, πριν την κατάληψη της κυβέρνησης από τους ναζιστές. Σε όλη τη ζωή του, κατόρθωσε να εκθέσει στη δημοσιότητα μόνο την καλλιτεχνική του δραστηριότητα, διαφυλάσσοντας την ιδιωτικότητα του προσωπικού βίου του.

Μεταπολεμικά, απετέλεσε το 'αστέρι' της Decca, απέναντι στη DG με τον Κέμπφ και στην HMV με το Σνάμπελ. Εκεί ηχογράφησε και τον πλήρη κύκλο με τις σονάτες του Μπετόβεν, στα προχωρημένα εβδομήντα σε στέρεο, με εξαίρεση την 29 που δεν πρόλαβε και στο σετ συμπεριελήφθη παλαιότερη μονοφωνική του ηχογράφηση.

Μολονότι η χώρα που τον αναγνώρισε πρώτη ήταν η Αγγλία, τώρα οι κριτικοί του Πιγκουίνου τον αντιμετωπίζουν σχεδόν ως ντεμοντέ. Στο διαδίκτυο έχουν εμφανιστεί και επικριτικά σχόλια για το πιανίσσιμο του και για την εμμονή του στη ρυθμική ακρίβεια, που αναφέρθηκε παραπάνω ο Κώστας. Εντούτοις θυμάμαι στο Γκράμοφον στα τέλη της δεκαετίας του '80, στην κριτική τους για ερμηνείες στη σονάτα αρ. 29 του Μπετόβεν, να υποκλίνονται ακόμη στην αυθεντία του.

Αν και υπήρξε κυρίως πιανίστας ρεσιτάλ και ελάχιστα ασχολήθηκε με τη διδασκαλία, η προσωπικότητα και το ύφος του ενέπνευσε πιανίστες των επόμενων γενεών, όπως του Μαουρίτσιο Πολλίνι, που στα νιάτα του τον είχε ως ίνδαλμα.