...τελικά, οι θάμνοι και τα χαμόδεντρα μένουν πίσω και το τοπίο απλώνεται σε μια πολύ πλατιά έκταση ασύγκριτου μεγαλείου. Τα πυκνά πράσινα χόρτα των πεδιάδων κυματίζουν με το δροσερό άνεμο κι ευπρόσδεκτη σκιά σχηματίζεται κάτω από τις υψηλές ακακίες που έχουν σχήμα ομπρέλας. Σ' όλο το βάθος του ορίζοντα απλώνονται πλούσιοι βοσκότοποι, γεμάτοι κίνηση και ζωή.
Παντού φαίνονται ζώα που βόσκουν ειρηνικά, προπάντων αντιλόπες σε ποικίλα μεγέθη, χρώματα και φιγούρες. Κάτω από μια μοναχική ακακία στη μέση της σαβάνας που καίγεται από τον ήλιο είναι ξαπλωμένο ένα τσιτάχ. Ξαφνικά σηκώνεται και προχωρά αργά-αργά με κατεβασμένο το κεφάλι κι ελαφρά λυγισμένα τα πόδια. Δεν έδινε καμιά σημασία στη διεύθυνση του ανέμου και ας μη το ευνοούσε. Βήμα-βήμα, ενώ οι μύες του σιγοτρεμούλιαζαν μέσα στο σφιχτοδεμένο σώμα του, πλησίασε τις γαζέλες που έβοσκαν. Ξαφνικά, μια από τις γαζέλες σήκωσε το κεφάλι, σαν κάτι να υποψιάστηκε. Το τσιτάχ αμέσως πάγωσε στη θέση του και με τα πόδια λυγισμένα, ωσότου η γαζέλα έσκυψε πάλι στη βοσκή. Κατόπιν άρχισε να ξαναπροχωρεί σιγά-σιγά, ενώ ταυτόχρονα κρυβόταν πίσω από μερικές τούφες χόρτων και πλησίαζε ολοένα και πιο πολύ στη μικρή ομάδα με τις γαζέλες.
Μαζεύτηκε στο χαμηλό ξερό χορτάρι και περίμενε να το πλησιάσουν. Όταν έφτασε σε απόσταση 200 μέτρων, άρχισε ξαφνικά να τρέχει αυξάνοντας διαδοχικά την ταχύτητά του, χωρίς να χρησιμοποιήσει ακόμη το μέγιστο απόθεμα της ενέργειάς του. Το τσιτάχ είχε ήδη επισημάνει το θύμα, έβγαλε ένα ουρλιαχτό και όρμησε κατά πάνω της με αυξανόμενη τώρα ταχύτητα. Τρομοκρατημένη η γαζέλα πήγαινε μια αριστερά - μια δεξιά, η τακτική όμως αυτή της διαφυγής δεν την ωφέλησε καθόλου. Ώσπου ένα χτύπημα από το πέλμα του τσιτάχ την έριξε κάτω. Έκανε μια τούμπα και ξανασηκώθηκε στα πόδια της, αλλά το αδυσώπητο αρπακτικό την ξανάριξε αμέσως κάτω και την έπιασε...
Παντού φαίνονται ζώα που βόσκουν ειρηνικά, προπάντων αντιλόπες σε ποικίλα μεγέθη, χρώματα και φιγούρες. Κάτω από μια μοναχική ακακία στη μέση της σαβάνας που καίγεται από τον ήλιο είναι ξαπλωμένο ένα τσιτάχ. Ξαφνικά σηκώνεται και προχωρά αργά-αργά με κατεβασμένο το κεφάλι κι ελαφρά λυγισμένα τα πόδια. Δεν έδινε καμιά σημασία στη διεύθυνση του ανέμου και ας μη το ευνοούσε. Βήμα-βήμα, ενώ οι μύες του σιγοτρεμούλιαζαν μέσα στο σφιχτοδεμένο σώμα του, πλησίασε τις γαζέλες που έβοσκαν. Ξαφνικά, μια από τις γαζέλες σήκωσε το κεφάλι, σαν κάτι να υποψιάστηκε. Το τσιτάχ αμέσως πάγωσε στη θέση του και με τα πόδια λυγισμένα, ωσότου η γαζέλα έσκυψε πάλι στη βοσκή. Κατόπιν άρχισε να ξαναπροχωρεί σιγά-σιγά, ενώ ταυτόχρονα κρυβόταν πίσω από μερικές τούφες χόρτων και πλησίαζε ολοένα και πιο πολύ στη μικρή ομάδα με τις γαζέλες.
Μαζεύτηκε στο χαμηλό ξερό χορτάρι και περίμενε να το πλησιάσουν. Όταν έφτασε σε απόσταση 200 μέτρων, άρχισε ξαφνικά να τρέχει αυξάνοντας διαδοχικά την ταχύτητά του, χωρίς να χρησιμοποιήσει ακόμη το μέγιστο απόθεμα της ενέργειάς του. Το τσιτάχ είχε ήδη επισημάνει το θύμα, έβγαλε ένα ουρλιαχτό και όρμησε κατά πάνω της με αυξανόμενη τώρα ταχύτητα. Τρομοκρατημένη η γαζέλα πήγαινε μια αριστερά - μια δεξιά, η τακτική όμως αυτή της διαφυγής δεν την ωφέλησε καθόλου. Ώσπου ένα χτύπημα από το πέλμα του τσιτάχ την έριξε κάτω. Έκανε μια τούμπα και ξανασηκώθηκε στα πόδια της, αλλά το αδυσώπητο αρπακτικό την ξανάριξε αμέσως κάτω και την έπιασε...
- Ο Θαυμαστός Κόσμος των Ζώων, εκδ. Χ. Τεγόπουλος-Ν. Νίκας, Αθήνα 1973